Διαβάστε για την ταινία και δείτε και το τρέιλερ
ΝΗΣΟΣ – Κωμωδία ή δράμα, η σκηνή αυτή έχει ψωμί!
Στο μυαλό μου ήρθε αυθόρμητα αυτήν η φράση από τους κατά Διονύση Σαββόπουλο «Αχαρνής» (1977), επειδή η κωμωδία «Νήσος» του Χρήστου Δήμα, που προβάλλεται από την περασμένη Τρίτη, κρύβει πολύ δράμα από πίσω. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στη ζωή, αρκεί να διαθέτει ... κανείς μια στάλα χιούμορ.
Ο Χρήστος Δήμας είναι ένας ταλαντούχος σκηνοθέτης και αυτό το ξέραμε. Από τις μικρού μήκους ταινίες του «Ένας ουρανός γεμάτος αστέρια», «Tender», «Ανάσα» και Αμερικάνος», τη μεγάλου μήκους «Οι ακροβάτες του κήπου», τη συνεργασία του με την τηλεόραση («Κόκκινος κύκλος», «Σχεδόν ποτέ», «10η εντολή» κ.α.), τα βιντεοκλίπ, ο Δήμας είχε δώσει τα διαπιστευτήριά του. Τώρα, ήρθε η ώρα της δεύτερης μεγάλου μήκους ταινίας του, η οποία ολοκληρώθηκε πριν από λίγο καιρό και ήρθε η ώρα να προβληθεί στους κινηματογράφους.
«Πάντα γοητευόμουν από αληθινούς ανθρώπους. Ανθρώπους που δεν κουβαλούν λάμψη ή τα όνειρα και τις φιλοδοξίες της μεγάλης πόλης. Ανθρώπους που έχουν τη δική τους στάση ζωής, και σε μια μικρή κοινωνία, όπως σ’ ένα νησί ή σε κάποιο χωριό, πρέπει να βρουν ένα τρόπο να ζουν, να δουλεύουν, να μισούν, να αγαπούν, να επικοινωνούν, να αντιδρούν και λίγο πολύ να «υπάρχουν» με τον δικό τους τρόπο», λέει ο Χρήστος Δήμας μιλώντας για τη «Νήσο». Και κοντά σε αυτούς τους ανθρώπους πηγαίνει, αυτούς συναντά και αυτούς κάνει πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες στην ταινία του. Βέβαια, αυτό που θέλει να κάνει, δεν είναι κάποιο εθνολογικό ή ηθογραφικό ντοκιμαντέρ, αλλά μια ταινία μυθοπλασίας, μια ταινία αστεία η οποία σατιρίζει τις κλειστές κοινωνίες, τα κρυμμένα μυστικά που υπάρχουν και τις λουμπινιές της τοπικής εξουσία, η οποία μπορεί να είναι τοπική αλλά δεν παύει να είναι εξουσία. Και ως τέτοια έχει πολλά άπλυτα τα οποία δε θέλει να βγουν στη φόρα.
Σε κάποιο νησί, λοιπόν, συμβαίνει ένα γεγονός το οποίο αναστατώνει την τοπική κοινωνία. Ο Θεμιστοκλής Δίκαιος, άρχοντας της περιοχής, πεθαίνει ξαφνικά με κάποιον περίεργο τρόπο. Το πρώτο ερώτημα πλανάται και αναζητά απάντηση, είναι το που θα πάει η τεράστια περιουσία του. Παιδιά δε έχει, άλλους συγγενείς δεν έχει, άρα η περιουσία θα πάει κάπου αλλού, Αλλά που; Η απάντηση έρχεται με το άνοιγμα της διαθήκης του Δίκαιου, ο οποίος εκτός από άρχοντας, φαίνεται πως ήταν και χιουμορίστας. Αφήνει λοιπόν την περιουσία του στις τέσσερις εξουσίες του χωριού. Όχι, ο Τύπος δεν περιλαμβάνεται μέσα σε αυτές. Μιλάμε για εκείνες που γνωρίζουμε από τις παλιές ελληνικές ταινίες, δηλαδή το δήμαρχο, το χωροφύλακα, το δάσκαλο και τον παπά. Καλά ως εδώ αλλά για να δοθούν τα χρήματα και ό,τι άλλο περιουσιακό στοιχείο, υπάρχει ένας όρος. Ο όρος λέει πως οι τέσσερις εκπρόσωποι των τεσσάρων εξουσιών θα πρέπει να διαβάσουν στην πλατεία του χωριού παρουσία, φυσικά, των κατοίκων, τέσσερις επιστολές που αντιστοιχούν στον καθένα –από μία ο καθένας- που κανείς δε γνωρίζει το περιεχόμενο τους το γνώριζε ο Θεμιστοκλής Δίκαιος, αλλά εκεί που είναι, μάλλον δεν μπορεί κανείς να τον ρωτήσει. Κι εδώ αρχίζουν οι ανησυχίες. «Είναι πολλά τα λεφτά Άρη», αλλά όχι και να αποκαλυφθούμε δημόσια! Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Ή αποκαλύπτονται τα μυστικά και οι δικαιούχοι γίνονται κάτοχοι της περιουσίας, ή δεν παίρνουν φράγκο. Αλλά και τη δεύτερη λύση να επιλέξουν, είναι σα να ομολογούν την ενοχή τους. Πολλά τα λεφτά, πολλά και τα μυστικά και ο Χρήστος Δήμας με τη «Νήσο», φαίνεται πως προσθέτει κι αυτός το δικό του λιθαράκι στην ανάκαμψη του ελληνικού κινηματογράφου, όπως αυτήν καταγράφεται τον τελευταίο χρόνο.
Ελληνικό θέμα, παγκόσμια θεματολογία
Και τώρα παραδίδω το χώρο της Εποχής στο σκηνοθέτη Χρήστος Δήγμα, ο οποίος σε σημείωμά του για τη «Νήσο», λέει:
«Βρισκόμαστε σε κάποιο ελληνικό νησί στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 2000. Μικρό νησί, αλλά όμορφο, όπου όλοι γνωρίζουν (ή νομίζουν ότι γνωρίζουν) ο ένας τον άλλο.
Καλοφτιαγμένοι και μάλλον οικείοι χαρακτήρες, άντρες και γυναίκες, νέοι και ηλικιωμένοι, που έχουν μεγάλες φιλοδοξίες και ακόμα μεγαλύτερα όνειρα. Αυτό που έχουν κοινό είναι ότι όλοι έχουν ένα μυστικό (μεγάλο ή μικρό) από το παρελθόν τους, ή μια παρανομία που η αποκάλυψή της στην ευρύτερη κοινότητα, μπορεί να φέρει μοιραία αποτελέσματα, όχι μόνο στους ίδιους, αλλά και στους ανθρώπους γύρω τους. Προκειμένου λοιπόν να κρατήσουν το μυστικό τους ασφαλές και να προστατεύσουν όλα τα παραπάνω, είναι διατεθειμένοι να ξεπεράσουν τα όρια τους. Πρέπει να πληρώσουν ένα τίμημα προκειμένου να κρατήσουν τον τρόπο ζωής τους άθικτο.
Είναι επίσης μια ιστορία που μας υπενθυμίζει πόσο ευάλωτοι μπορούμε να γίνουμε, όταν κάποιος που δεν μπορούμε να ελέγξουμε, μπορεί και αποκτά πρόσβαση σ’ αυτά τα μυστικά. Είναι μια ελληνική ιστορία, γυρισμένη σ’ ένα ελληνικό νησί, στην ελληνική γλώσσα, αλλά οι καταστάσεις και η θεματολογία είναι μάλλον παγκόσμια. Τέσσερις διαφορετικοί άνθρωποι… Τέσσερα διαφορετικά περιβάλλοντα…Τέσσερα διαφορετικά μυστικά.
Ο δάσκαλος είναι ύποπτος για συμμετοχή σε μια αριστερή τρομοκρατική οργάνωση, ο αστυνόμος ελέγχει τα λαθραία και τις παράνομες συναλλαγές της περιοχής, ο πρόεδρος της κοινότητας ζει διπλή ζωή, ο ιερέας έχει μια αμαρτωλή ερωτική ταυτότητα. Όλοι γνωρίζουν ο ένας τον άλλον, έχουν δυναμική στην αγάπη και στο μίσος, αληθινά έντονοι χαρακτήρες.
Και γύρω απ’ αυτούς, ένας άλλος Μικρόκοσμος από γυναίκες, συζύγους, ερωμένες, εραστές, τωρινούς και παλαιότερους, γιούς, κόρες, πατέρες, υπηρέτριες… οι οποίοι κουβαλούν το δικό τους μικρό ή μεγάλο μυστικό.
Οπτικά η ιστορία με ενέπνευσε να αιχμαλωτίσω τα όμορφα τοπία: το μπλε της θάλασσας του Αιγαίου που συναντά τους ορίζοντες του μεσογειακού ουρανού… το έθνικ στοιχείο συναντά τον σύγχρονο κόσμο. Η κάμερα αιωρείται πάνω από πέτρινα, στενά μονοπάτια και μπαίνει στα σπίτια, ακολουθεί τους ανθρώπους και εισβάλλει στα ασφαλή τους δωμάτια.
Ολόκληρο το νησί γίνεται ένα κινηματογραφικό σύνολο. Μια συνεχής κίνηση της κάμερας. Στην πραγματικότητα δύο κάμερες ακολουθούν τη δράση, δίνοντας στους ηθοποιούς το χώρο και την ελευθερία να κινούνται, καταγράφοντας τα πάντα. Και μιας και η ταινία έχει να κάνει με μυστικά, πρέπει με κάποιο τρόπο η κάμερα να είναι αόρατη. Οι ηθοποιοί μας δεν παίζουν, αλλά κάνουν ότι κάνουν για να κρατήσουν το μυστικό τους ασφαλές. Μιλάνε και φέρονται σαν αληθινοί άνθρωποι. Με κάποιο τρόπο, οι κάμερες και ο σκηνοθέτης έπρεπε να εξαφανιστούν στο σύνολο του νησιού.
Το σενάριο της ταινίας είναι γρήγορο. Διαβάζοντας το, εντυπωσιάστηκα από το πόσο καλοί ήταν οι διάλογοι. Γρήγορη κωμωδία που δεν βασίζεται σε χοντρά αστεία, αλλά στον τρόπο που εξερευνούνται οι χαρακτήρες. (…) Έπρεπε να συνδυάσουμε τους μοντέρνους ήχους μ’ ένα έθνικ ηχόχρωμα. Να ακολουθήσουμε μουσικά την ιστορία του κάθε χαρακτήρα. Αυτά τα τέσσερα, διαφορετικά, μεγάλα μυστικά έχουν το δικό τους μοτίβο. Αλλά, εφόσον όλα και όλοι συναντώνται και αλληλεπιδρούν, χρειάστηκε να βρούμε έναν τρόπο να τα φέρουμε όλα μαζί σε έναν μοναδικό, νέο ήχο, χωρίς να προδώσουμε τους ήχους του νησιού…
Το σκηνικό επιβλήθηκε από το ίδιο το νησί. Αυτό που χρειάστηκε ήταν να δώσουμε σε καθέναν από τον Μικρόκοσμο, την δική του μοναδική οπτική. Κάθε χαρακτήρας έχει το δικό του περιβάλλον, αναγνωρίσιμο και όχι μακριά από την πραγματικότητα. (…)
Δεν ξέρω ποια είναι η συνταγή για μια καλή κωμωδία. Ούτε ποιο είναι το μυστικό μιας εμπορικής ταινίας. Αυτό που ξέρω είναι ότι διαβάζοντας το σενάριο, μπόρεσα να αναγνωρίσω τον εαυτό μου, τον πατέρα μου, τη μητέρα μου, τον αδερφό μου, τον γείτονα μου σε διαφορετικές όψεις. Και με έκανε να ονειρευτώ, να γελάσω και να σκεφτώ επίσης. Γι αυτό και ήθελα να πω αυτή την ιστορία. Θέλησα να κάνω ταινία αυτά τα μυστικά».
Και επειδή μυστικά πάντα υπάρχουν και η σιωπή δεν είναι απαραιτήτως χρυσός, καλά θα κάνουμε να κοιταχτούμε στα μάτια και να τα πούμε όλα ειλικρινώς. Γιατί μόνον οι άνθρωποι χάνονται. Αυτό ως ευχή για το 2010, μαζί με υγεία και την αγάπη.
Από kersanidis.wordpress.com