Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Eλένη Καραΐνδρου: Καημένη Ελλάδα, πού σε έχουν οδηγήσει...

Συνέντευξη της Ελένης Καραΐνδρου από το Τείχιο

Συνέντευξη στην Πόλυ Κρημνιώτη
Μια συζήτηση με την Ελένη Καραΐνδρου μπορεί να ξεκινήσει από... τον ουρανό. "Κοίτα τα χρώματα, κοίτα αυτό το βαθύ κόκκινο". Έχει αρχίσει να σουρουπώνει. Εκείνη την ώρα νομίζεις πως τα πάντα είναι ένας κόκκινος ουρανός. Και λίγο αργότερα, όταν η κουβέντα πάει στα παλιά, σ' εκείνη την πρώτη φορά που άκουσε έναν συμμαθητή της να παίζει πιάνο, τα χέρια της ήδη σχηματίζουν στα πλήκτρα τις νότες. "Να, άκου, κάτι τέτοιο έπαιξε το παιδί" κι αρχίζει να παίζει μια απλή μελωδία. ...
Μιλάει με αμεσότητα και έτσι όπως οι λέξεις διατυπώνονται με ταχύτητα, οι εικόνες που δημιουργούν κατακλύζουν όλο τον χώρο.
Όπως συμβαίνει και με τη μουσική της, που διατρέχει τον χώρο και τον χρόνο δίνοντας φωνή στις εικόνες και σκέψεις στις νότες. "Εμπνέομαι από τις ιδέες", λέει, και, τι περίεργο, όταν μιλάει για την πιο πρόσφατη μουσική που εμπνεύστηκε, την περιγράφει "σαν προσευχή από την οποία αναδύεται μια ελπίδα...". Όμως μιλάει και για όλα όσα συμβαίνουν στη χώρα μας αυτή την περίοδο. "Καημένη Ελλάδα. Πού σε έχουν οδηγήσει η ανικανότητα και η έλλειψη βούλησης και ακόμη πιο πολύ η άγνοια, η αδιαφορία και η θεοποίηση του χρήματος".
Μόλις έχει γυρίσει από τις Βρυξέλλες, με ζωντανές ακόμη τις εικόνες από τη συναυλία της, η οποία δόθηκε στον πολυχώρο τέχνης Flagey, στο πλαίσιο του αφιερώματος στον Θόδωρο Αγγελόπουλο. Ένιωσε για ακόμη μια φορά την απήχηση της μουσικής της, όπως και τον τρόπο με τον οποίο οι ξένοι μιλούν για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο. Για την ίδια "η παρουσία του είναι διαρκής".
Η Ελένη Καραΐνδρου, αύριο στις 8 μ.μ., παρουσιάζει το νέο της άλμπουμ "Concert in Athens" στον “Ιανό”. "Τη βραδιά την αφιερώνω στον Θόδωρο", λέει.

* Σε παλαιότερη κουβέντα μας μου λέγατε ότι στο χωριό φτιάχνατε ήχους φυσώντας ένα φύλλο ανάμεσα στα χείλια σας. Εκείνη ήταν η στιγμή που είπατε θα γίνω μουσικός;
Όχι. Αυτά γίνονται χωρίς να τα λες. Ακόμη και αργότερα, όταν ήρθαμε στην Αθήνα, δεν μπορούσα να σκεφτώ ότι θα γίνω μουσικός. Ήμουν εφτά χρονών όταν ήρθαμε στην Αθήνα, κι επειδή ο πατέρας μου ήταν μαθηματικός μας είχαν παραχωρήσει το υπόγειο του σχολείου για να ζούμε. Στις άδειες τάξεις ανακάλυψα το πιάνο. Το πιο εντυπωσιακό ήταν την πρώτη μέρα, όταν νύχτωσε. Ανέβαινα από την ξύλινη σκάλα στις αίθουσες και από τα παράθυρα του σχολείου, της περίφημης Σχολής Νεστορίδου στους Αμπελόκηπους, είδα την οθόνη ενός σινεμά που πρόβαλλε μια ταινία. Είδα κάτι περίεργα πράγματα που δεν ήξερα τι είναι. Η εμπειρία που είχα ήταν από ένα χωριό χωρίς ηλεκτρικό. Και ξαφνικά στην Αθήνα ανακαλύπτω, στις άδειες αίθουσες του σχολείου, το πιάνο, το οποίο άρχισα να γρατζουνάω ως τρελό. Ο πατέρας φάνηκε να μην εκτιμάει αυτό που έκανα, μου έλεγε ότι διώχνω τα ποντίκια, εγώ όμως κατάλαβα ότι αυτό ήταν κάτι που με γοήτευε πολύ και του είχα γίνει τσιμπούρι να μάθω να παίζω πιάνο. Ειδικά όταν άρχισε το σχολείο και είδα ένα παιδάκι που έπαιζε κάτι που είχε νόημα η ζήλια μου έφτασε στο κατακόρυφο. Αν αυτό σήμαινε ότι ήθελα να μάθω μουσική, ναι, ήθελα να μάθω μουσική χωρίς να ξέρω τι σημαίνει μουσικός. Κι αυτό που έκανα ήταν να μελετήσω πιάνο για πάρα πολλά χρόνια. Ήδη στα 10 μου χρόνια ήμουν στο ωδείο. Ήθελα να γίνω πιανίστα, συνθέτης δεν το φανταζόμουν, δεν ήταν κάτι που περνούσε από τον νου. Από πάντα, όμως, αυτοσχεδίαζα κι όσο περνούσαν τα χρόνια μ' ενδιέφερε όλο και περισσότερο. Παράλληλα με τις σπουδές μου αυτοσχεδίαζα, χωρίς να ξέρω τότε ότι αυτό ήταν μια μορφή σύνθεσης. Πολύ αργότερα το κατάλαβα. Αλλά και τώρα ακόμη, όταν γράφω μουσική, αυτοσχεδιαστικά τη γράφω, μονορούφι.

* Πώς επιλέξατε τη μουσική για να εκφραστείτε και όχι τον χορό ή τη ζωγραφική; Τελικά η τέχνη μάς επιλέγει ή την επιλέγουμε;
Ο καθένας βρίσκει τον δρόμο του με βάση αυτά που αισθάνεται βαθιά μέσα του. Όταν ήμουν παιδί στο σχολείο, ζωγράφιζα και έγραφα ποιήματα τα οποία μάλιστα έχουν δημοσιευτεί σε μαθητικά και μετά σε πανεπιστημιακά περιοδικά. Αλλά η μουσική σε όλες της τις εκφάνσεις με τρέλαινε, είτε έπαιζα πιάνο είτε αυτοσχεδίαζα. Άρχισα γύρω στα 16 να καταγράφω τις αυτοσχεδιαστικές μου απόπειρες. Την πρώτη σύνθεση που κατέγραψα και έπαιζα για πολλά χρόνια την εμπνεύστηκα από ένα ποίημα του Ελύτη. Η ποίηση ήταν και είναι πάντα πηγή έμπνευσης για μένα. Στη συνέχεια μπήκα στο πανεπιστήμιο, αλλά ποτέ δεν άφησα τις σπουδές μου στο ωδείο, ούτε τον αυτοσχεδιασμό, και όταν τελείωσα και πήρα το δίπλωμα Αρχαιολογίας και Ιστορίας δεν μου βγήκε σε κακό η πίεση της οικογένειας να σπουδάσω, όμως το πάθος μου για τη μουσική ήταν πάντα παρόν και ολοζώντανο. Και έρχεται το "σωτήριον" έτος 1967, οπότε αλλάζει η ζωή μου εντελώς. Αναγκάστηκα να φύγω στη Γαλλία υπό δύσκολες συνθήκες και με ένα μικρό παιδί στην αγκαλιά. Εκεί, χάρη σε μια υποτροφία από τη γαλλική κυβέρνηση, κατάφερα να πραγματοποιήσω μερικά από τα όνειρά μου. Ασχολούμουν πλέον μόνο με τη μουσική.

* Έχετε χαρακτηρίσει τις συνθέσεις σας ως «τμήμα ενός μωσαϊκού που παίρνει την τελική μορφή του αργά-αργά με το πέρασμα των χρόνων». Κοιτάζοντας τώρα όλο αυτό το μωσαϊκό τι σκέφτεστε, τι διαπιστώνετε;
Νομίζω ότι για κάθε καλλιτέχνη, είτε ποιητή είτε ζωγράφο, κάθε έργο που δημιουργεί έχει συγγένεια με το προηγούμενο, αποτελεί μια ψηφίδα σε ψηφιδωτό. Υπάρχει μια ταυτότητα στη δουλειά μου και μια συνέχεια, έτσι το κάθε έργο μου είναι μέρος του ίδιου οικοδομήματος. Ποτέ κανείς δεν ξέρει τι θα προσθέσει ή τι δεν θα προσθέσει σ' αυτό. Αυτή είναι και η γοητεία της δημιουργίας, κανείς δεν ξέρει την τελική μορφή του οικοδομήματος. Αλλά και όταν το 1982 είχα γράψει τη μουσική για τη "Ρόζα" ένιωθα ότι, κι εκεί να σταματούσα, κάτι είχα κάνει και με είχε καλύψει. Αισθανόμουν πλήρης και ευγνώμων. Το ίδιο αισθάνομαι κάθε φορά που τελειώνω ένα έργο, το οποίο θα μπορούσε να είναι και το τελευταίο. Δεν σου προεξοφλεί κανένας ότι η έμπνευση θα έρθει να σου ξαναχτυπήσει την πόρτα.

* Τι είναι η έμπνευση τελικά;
Η στιγμή της έμπνευσης είναι σαν ένα δώρο που σου χαρίζεται. Δεν μπορείς να πεις τίποτε άλλο γι' αυτό. Ο Σεφέρης, στο "Ημερολόγιο Καταστρώματος Β'", γράφει: "Δεν θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη". Κάθε καλλιτέχνης εύχεται να του δοθεί αυτή η χάρη, να μπορέσει να μιλήσει. Κάθε φορά είναι μια συνομιλία φορά με κάτι άπιαστο, δεν μπορείς να το περιγράψεις ούτε να το ορίσεις. Είναι η στιγμή που σου δίνεται η χάρη να μιλήσεις. Εγώ ταυτίζομαι απόλυτα με τον Σεφέρη, γιατί εύχεται να μιλήσει απλά. Κάθε καλλιτέχνης θα ευχόταν να μιλήσει απλά, δηλαδή ευθύβολα, χωρίς περιττά στολίδια, να αγγίξει με την αλήθεια του άμεσα τον απέναντί του.

* Με την αλήθεια, με το συναίσθημα, επικοινωνούμε καλύτερα με τους ανθρώπους;
Βεβαίως, επικοινωνούμε πιο άμεσα. Και η μουσική ίσως είναι η τέχνη που επικοινωνεί πιο άμεσα απ' όλες τις άλλες τέχνες και επιπλέον είναι και μια γλώσσα παγκόσμια.

* Η τέχνη είναι από τη φύση της επαναστατική;
Εγώ θα ονόμαζα την τέχνη λυτρωτική, είναι παρηγορία ψυχής. Αν με το επαναστατικό εννοούμε ότι σε βοηθάει να ξεπερνάς τα ανθρώπινα όριά σου, τότε, ναι, είναι επαναστατική. Εάν βοηθάει να αφυπνίζονται συνειδήσεις, τότε, ναι, είναι επαναστατική. Αλλά κυρίως είναι παρηγορία της ανθρώπινης ψυχής και κατά συνέπεια λύτρωση. Και από τη φύση της αναγκαία και πολύτιμη. Είναι το πέρα από το χρηστικό, αυτό που θα σου δώσει ανάταση.

* Και τι σημαίνει για τον καλλιτέχνη, για την κοινωνία ότι γύρω μας κλείνουν θέατρα, ότι γκρεμίζονται οι θεσμοί;
Όταν κλείνει ένα θέατρο καταρχήν διακόπτεται βίαια μια πορεία καλλιτεχνική που είναι αποτέλεσμα συλλογικής δουλειάς και ενός οράματος. Ο τόπος μας γίνεται φτωχότερος καλλιτεχνικά, αλλά παύει να λειτουργεί ο χώρος ο θεατρικός, σαν κυψέλη που συγκέντρωνε μεγάλο αριθμό καλλιτεχνών και τεχνικών που εργάζονταν και εκφράζονταν μέσα απ’ αυτόν. Για παράδειγμα, κλείνοντας το "Απλό Θέατρο", λόγω κρατικής αδιαφορίας, άφησε πάνω από 20 ανθρώπους άνεργους. Και, το κυριότερο, οι νέοι έχασαν ένα βήμα για να εκφραστούν, να δουλέψουν, να επιβιώσουν. Γιατί το "Απλό Θέατρο" έδινε την ευκαιρία σε σκηνοθέτες, συγγραφείς, ηθοποιούς, σκηνογράφους και μουσικούς να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους. Αυτός είναι άλλωστε ο ρόλος ενός επιχορηγούμενου θεάτρου. Υψηλή ποιότητα, νέες τάσεις, αληθινό φυτώριο πειραματικών μορφών τέχνης, αλλά και προβολή ενός ρεπερτορίου κλασικού και σύγχρονου με στόχο εκπαιδευτικό και ψυχαγωγικό, ψιλά γράμματα για τους ιθύνοντες που διατελούν εν αγνοία και αδιαφορία.
Θα συμπληρώσω, ωστόσο, τι σημαίνει για τον καλλιτέχνη και την κοινωνία όταν ένα τεράστιο κομμάτι της κοινωνίας παραμένει ανενεργό (βλ. 1.400.000 άνεργοι), τι σημαίνει όταν το 50% των εμπόρων έκλεισαν τα καταστήματά τους, όταν χιλιάδες άνθρωποι κρυώνουν και δεν έχουν ούτε ηλεκτρικό, όταν οι δάσκαλοι, οι καθηγητές, αυτοί που θα διαμορφώσουν τη νέα κοινωνία ζουν με γελοίους μισθούς, όταν οι φτωχοί αναγκάζονται να λιμοκτονούν και να πληρώνουν τα σπασμένα, ενώ αυτοί που λήστεψαν τον μόχθο τους είναι στο απυρόβλητο; Όταν οι νέοι επιστήμονες, ερευνητές, οι γιατροί εγκαταλείπουν κατά χιλιάδες τον τόπο μας γιατί αν μείνουν θα πρέπει να ζουν στη φτώχεια και με απαγόρευση να κάνουν οικογένεια; Και τι πρέπει να πει κανείς για τα παιδάκια που λιποθυμούν στο σχολείο επειδή υποσιτίζονται ή για τους ηλικιωμένους που κάνουν ατέλειωτες ουρές για να πάρουν τις πετσοκομμένες συντάξεις τους; Και η λίστα είναι ατέλειωτη, γιατί σ’ αυτά θα προσθέσει κανείς κι αυτούς που αυτοκτονούν από απελπισία.
Τι σημαίνει για έναν καλλιτέχνη, για έναν καλλιεργημένο άνθρωπο, για μια ολόκληρη κοινωνία να βλέπει την αδικία να βασιλεύει και παντού λόγια, λόγια, λόγια, αντί να καταπίνουν τη γλώσσα τους από ντροπή. Τι σόι κράτος είναι αυτό που δεν θέλει, ή δεν μπορεί, να κατανείμει δίκαια τα βάρη; Και ποιοι είναι αυτοί που έχουν κάνει επάγγελμα, και μάλιστα προσοδοφόρο, την εκπροσώπησή μας στο Κοινοβούλιο; Κάθε καρυδιάς καρύδι, ελέω ενός αναξιοκρατικού συστήματος, ενός πελατειακού κράτους που το διαχειρίζονται αγράμματοι και αδαείς ως επί το πλείστον. Γιατί να μην γκρεμιστούν οι θεσμοί, γιατί να μην κλείσουν τα θέατρα, όταν τίποτα δεν έχει μείνει όρθιο... Καημένη Ελλάδα. Πού σε έχουν οδηγήσει, η ανικανότητα και η έλλειψη βούλησης και ακόμη πιο πολύ η άγνοια, η αδιαφορία και η θεοποίηση του χρήματος.

* Μόλις κυκλοφόρησε ο καινούργιος σας δίσκος, στην ECM, με τον Γκαρμπάρεκ και την Κιμ Κασκασιάν. Δεν αλλάζετε εύκολα συνεργάτες.
Είναι ο δέκατος δίσκος μου με την ECM, με παραγωγό τον Mάνφρεντ Άιχερ, μεγάλο φιλέλληνα και λάτρη του ελληνικού πνεύματος. Εδώ και 23 χρόνια ανήκω στο δυναμικό των καλλιτεχνών του, που περιλαμβάνει και άλλους Έλληνες καλλιτέχνες, όπως τη Σαβίνα Γιαννάτου, τον βιολονίστα Λεωνίδα Καβάκο και τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο. Με τον Γκαρμπάρεκ πρωτοσυνεργάστηκα το 1986 για τον Μελισσοκόμο, όμως ήταν και στη συναυλία μου στο Ηρώδειο το 1988 και στην Επίδαυρο το 1993. Με την Κιμ ξεκίνησα τη συνεργασία μου το 1995 στη μουσική για το Βλέμμα του Οδυσσέα και ξαναβρεθήκαμε στην πρώτη μου συναυλία στο Μέγαρο, το 1998. Ωστόσο και με τους δύο αυτούς κορυφαίους μουσικούς ξανασυναντηθήκαμε το 2008, στην όπερα της Φρανκφούρτης, για μια συναυλία με την Καμεράτα. Πάντα βέβαια μαζί μας ήταν ο σπουδαίος Έλληνας ομποΐστας Βαγγέλης Χριστόπουλος. Το ίδιο και τώρα. Ναι, είμαι σταθερή στις συνεργασίες μου, όπως είμαι σταθερή και στις φιλίες μου. Το πέρασμα του χρόνου βαθαίνει τις σχέσεις, τις κάνει πιο ουσιαστικές. Γνωρίζει ο ένας τον άλλον και ανοίγεται πιο πολύ σ’ ολοένα και βαθύτερο διάλογο.

* Οι ζωντανές εμφανίσεις, η άμεση επικοινωνία με το κοινό τι σημαίνει για σας;
Αυτή η άμεση επικοινωνία αναπτύσσει έναν υπόγειο διάλογο ανάμεσα σ’ εμένα, τον μαέστρο και τους μουσικούς, και επίσης ανάμεσα σ' εμάς και το κοινό. Γεννάει μοναδικά και έντονα συναισθήματα αγάπης και προσφοράς, ανάτασης κι ευγνωμοσύνης. Θέλουμε όλοι μαζί, σαν ένα σώμα, να δώσουμε τον καλύτερο εαυτό μας, και το κοινό το ανταποδίδει με μεγαλειώδη γενναιοδωρία. Όταν η συναυλία τελειώνει, υπάρχει ένα βαθύ συναίσθημα πληρότητας που γεννάει μέσα μας τη δύναμη να συνεχίσουμε...

* Έχετε πει ότι "συνθέτω πάνω σε ιδέες, όχι σε εικόνες". Πάνω σε ποιες ιδέες γράφετε σήμερα τις μουσικές σας. Αυτή η μουσική, σε τόσο σκληρές μέρες, θα έχει το χαρακτηριστικό της «ήρεμης» δύναμης που διαπνέει μέχρι τώρα το έργο σας;
Όταν είπα ότι εμπνέομαι από τις ιδέες, από το όραμα του σκηνοθέτη παρά από τις εικόνες, εννοούσα βέβαια τον κινηματογράφο. Και για να το εξηγήσω περισσότερο, οι ιδέες και μάλιστα η κεντρική ιδέα ενός σεναρίου ή ενός θεατρικού έργου κινητοποιεί πάντοτε τη φαντασία μου και στοχεύει σε βαθύτερα συναισθήματα που τα εκφράζω μέσα από τη μουσική μου. Για το Βλέμμα του Οδυσσέα, η κεντρική ιδέα ήταν η χαμένη αθωότητα της ανθρωπότητας και κατ’ επέκταση του ανθρώπου. Ιδέα που με αναστάτωσε και με βοήθησε να στραφώ μέσα μου αναζητώντας ένα είδος αυτογνωσίας.
Σήμερα, η τελευταία σύνθεση, που εμπνεύστηκα πριν από τρεις μήνες περίπου, είναι ένα έργο για χορωδία και μια ουράνια φωνή (σοπράνο) κάτι σαν προσευχή, από την οποία αναδύεται μια ελπίδα... Ωστόσο θα ήθελα να προσθέσω κάτι πολύ σημαντικό. Ο καλλιτέχνης, ο συνθέτης, όπως εγώ το βιώνω, έχει κάτι διαχρονικό στην έμπνευσή του. Ακούγοντας, για παράδειγμα, τον νέο μου δίσκο, κομμάτια που ηχογραφήθηκαν για πρώτη φορά, όπως το θέμα από το Ο θάνατος του εμποράκου (σκην. Ζυλ Ντασσέν), το Requiem για τον Willy Loman, δεν μπορώ να μη νιώσω πόσο συνταρακτικά επίκαιρος είναι σήμερα αυτός ο θρήνος, ο χαμηλόφωνος, για τον εμποράκο που έχασε τα πάντα κι αποφασίζει ν’ αυτοκτονήσει για να ζήσει η οικογένειά του παίρνοντας την ασφάλεια ζωής του.
Ανατριχιάζω που το σκέφτομαι, αλλά η ιστορία επαναλαμβάνεται και οι μεγάλοι συγγραφείς αγγίζουν την αλήθεια και μ’ αυτή την αλήθεια ταράζεται η ψυχή μου. Και δεν είναι τυχαίο ότι ο Μάνφρεντ Άιχερ διάλεξε για αρχή και τέλος αυτή τη σύνθεση. Και αντίστοιχα, άλλες συνθέσεις μου που περιέχονται στο CD και ηχογραφούνται για πρώτη φορά, αν και γράφτηκαν παλαιότερα, ζωγραφίζουν το σήμερα πολύ έντονα. Δεύτερο παράδειγμα, η σύνθεση Κλειστοί Δρόμοι, που με τόση ευαισθησία και πάθος ερμηνεύει η Κιμ με την ορχήστρα. Είναι η διαίσθηση του συνθέτη, αλλά και η οδυνηρή, ανθρώπινη περιπέτεια που επαναλαμβάνεται.

* Έχει περάσει ένας χρόνος από τον θάνατο του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Έχουμε καταλάβει, άραγε, πόσο σημαντικός υπήρξε και πόσο κομβική είναι η απουσία του ειδικά σήμερα;
Μέσα σ’ αυτόν τον χρόνο έχω κυριολεκτικά γυρίσει τον κόσμο. Παντού, σε όλες τις συναυλίες μου, υπήρχε η διάθεση να τιμηθεί ο Θόδωρος Αγγελόπουλος. Ιδιαίτερα στο εξωτερικό, η απουσία του αποκτά τεράστιες διαστάσεις. Για μένα η παρουσία του είναι συνεχής και η πνευματική και καλλιτεχνική παρακαταθήκη μέσα από τα έργα του είναι μεγάλη. Εύχομαι οι νέοι να ανακαλύψουν το έργο του και να τ’ αγαπήσουν γιατί αποτελεί έναν ποιητικό στοχασμό πάνω στην ιστορία της Ελλάδας και την ανθρώπινη περιπέτεια.
http://www.avgi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου