ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΚΑΠΑΚΙΑ (Για δυο Πράσινα Μάτια και μια Κόκκινη Σημαία)
Ορίστε μεγάλε, τι θες….. Δίστασε κείνος, αισθανόταν κιόλας παράταιρος, μια γενιά και κάτι τον χώριζαν απ’ την παρέα, φορούσαν όμοια ταμπελάκια και ανήκαν στην ίδια ομάδα -μάλλον εκείνη των καλλιτεχνών.
Φτου ο μαλάκας, ψυθίρισε, πάλι ξέχασα τα ξεστραβάδια… έτσι τα ‘λεγε, Γυαλιά ονομάζονται και μου παριστάνεις το γλωσσοπλάστη, του φώναζε η δικιά του- είδε και το ξυπόλυτο κορίτσι γεμάτο μουτζούρες να τραγουδάει έξω φωνή και να παλεύει στα γόνατα με μπογιές βάφοντας ένα πανό μέσα στον ήλιο, ήτανε δεν ήτανε σαράντα και κάτι κιλά , ένας κοπάναγε το κομπιούτερ με μανία που δεν κρυβότανε γράφοντας, να τα ξεφουρνίσει να ξεσπάσει μ’ όλα όσα ταλανιζότανε χρόνια τώρα, ο άλλος ...