Aπό τις εκδόσεις Σμίλη κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Αποστόλη Αρτινού, Τα γράμματα της Ντόρας. Ακολουθεί το κείμενο από το οπισθόφυλλο του βιβλίου αλλά και μια σύντομη συνομιλία που είχα μαζί του στο chat του facebook:
Τα
γράμματα της Ντόρας είναι ένα μυθιστόρημα βασισμένο σε μια ερωτική
αλληλογραφία. Γράμματα υπαγορευμένα εξ ολοκλήρου απ’ τη μυθολογία του
έρωτα και τη σαγήνη του άλλου. Από ποια θέση μιλά ο ερωτευμένος; Πού
απευθύνεται όταν ο άλλος είναι απών;
«Όταν
άρχισα να διαβάζω τα γράμματα ήξερα λίγα πράγματα γι’ αυτήν, μόνο ότι
ήταν γιατρός, διορισμένη στις αρχές του ’50 στην Άμφισσα, μια ιδιόμορφη
προσωπικότητα, κάπως αντικομφορμιστική, και ότι η ...
σχέση της με τον Φώτη υπήρξε τρικυμιώδης. Διαβάζοντάς τα δεν έμαθα και περισσότερα, η ερωτική αλληλογραφία δεν πληροφορεί, απλώς μιλά, μιλά σε αυτόν που δεν μιλά, που κρύβεται μέσα στους αδύναμους αντικατοπτρισμούς του. Τον Φεβρουάριο του ’55 η Ντόρα φεύγει από την Άμφισσα γιατί διορίζεται στα Τρίκαλα. Δεν πηγαίνει όμως αμέσως, μένει για λίγες μέρες στο πατρικό της στην Αθήνα, απ’ όπου και τα πρώτα της γράμματα προς τον Φώτη. Οι επιστολές αυτές στέλνονταν ταχυδρομικά αλλά και με το λεωφορείο του ΚΤΕΛ. Έμπαιναν μέσα σ’ ένα βιβλίο και ταξίδευαν. Δύο-τρία γράμματα τη μέρα. Ήθελε να πληροφορεί τον Φώτη για την κάθε στιγμή της. Η αλληλογραφία τους θα διαρκέσει έναν ολόκληρο χρόνο. Θα ξενυχτά γράφοντας. Θα του μιλά, σχεδόν καθημερινά, παράφορα, όπως κάθε ερωτευμένος. Θα θυμάται, τα χρόνια που πέρασαν μαζί, τις τρυφερές τους στιγμές, τις εντάσεις, τη συμφιλίωση που ακολουθούσε, το τοπίο του ελαιώνα, τα σοκάκια της πόλης. Ο Φώτης θα σιωπά. Πώς αλλιώς…»
σχέση της με τον Φώτη υπήρξε τρικυμιώδης. Διαβάζοντάς τα δεν έμαθα και περισσότερα, η ερωτική αλληλογραφία δεν πληροφορεί, απλώς μιλά, μιλά σε αυτόν που δεν μιλά, που κρύβεται μέσα στους αδύναμους αντικατοπτρισμούς του. Τον Φεβρουάριο του ’55 η Ντόρα φεύγει από την Άμφισσα γιατί διορίζεται στα Τρίκαλα. Δεν πηγαίνει όμως αμέσως, μένει για λίγες μέρες στο πατρικό της στην Αθήνα, απ’ όπου και τα πρώτα της γράμματα προς τον Φώτη. Οι επιστολές αυτές στέλνονταν ταχυδρομικά αλλά και με το λεωφορείο του ΚΤΕΛ. Έμπαιναν μέσα σ’ ένα βιβλίο και ταξίδευαν. Δύο-τρία γράμματα τη μέρα. Ήθελε να πληροφορεί τον Φώτη για την κάθε στιγμή της. Η αλληλογραφία τους θα διαρκέσει έναν ολόκληρο χρόνο. Θα ξενυχτά γράφοντας. Θα του μιλά, σχεδόν καθημερινά, παράφορα, όπως κάθε ερωτευμένος. Θα θυμάται, τα χρόνια που πέρασαν μαζί, τις τρυφερές τους στιγμές, τις εντάσεις, τη συμφιλίωση που ακολουθούσε, το τοπίο του ελαιώνα, τα σοκάκια της πόλης. Ο Φώτης θα σιωπά. Πώς αλλιώς…»
Σ’ ευχαριστώ πολύ κατ’ αρχήν που δέχθηκες να μιλήσουμε για το νέο σου βιβλίο.
Κι
εγώ σ’ ευχαριστώ για το ενδιαφέρον. Αν και ομολογώ ότι μου είναι λίγο
δύσκολο να καταλάβω πως θα κάνουμε από δω μια τέτοια κουβέντα, αλλά θα
χει πλάκα.
Ας
προσπαθήσουμε. Χαρακτηρίζεις "Τα γράμματα της Ντόρας" μυθιστόρημα, ενώ
όπως αφήνεις να φανεί είναι ένα αρχειακό υλικό, μια αλληλογραφία εποχής.
Δεν έχει σημασία αυτό, σημασία έχει ο υποτιτλισμός του: Μυθιστόρημα.
Δηλαδή;
Η
αλληλογραφία αυτή, στην πραγματικότητα τα γράμματα μιας γυναίκας, ήταν
απλώς το εναρκτήριο λάκτισμα, το καταγωγικό υλικό αυτού του
μυθιστορήματος, από κει και πέρα όμως αυτό που διαβάζει ο αναγνώστης δεν
είναι ένα αρχειακό υλικό, όπως λες, αλλά η λογοτεχνική του εκτροπή. Δεν
μου είναι εύκολο να το εξηγήσω τώρα αυτό από δω μέσα, πρόκειται όμως
για μια μοντερνίστικη χειρονομία μεταγραφής ενός readymade υλικού, η
μετατόπιση ενός λόγου, ο εκτοπισμός και εντοπισμός του σε μια άλλη
τοπική, σ’ ένα εντελώς άλλο πεδίο.
Υπάρχει προηγούμενο;
Ε
φυσικά, τίποτε στις μέρες μας δεν είναι παρθένο … Το μυθιστόρημα
«Στοιχεία για τη δεκαετία του 60», του Θανάση Βαλτινού για παράδειγμα,
είναι ένα παρόμοιο εγχείρημα. Υπάρχουν κι άλλα.
Αυτά τα γράμματα εσύ τα επεξεργάστηκες στη συνέχεια;
Τα
επεξεργάστηκα λίγο αλλά θα μπορούσα να μην τα πείραζα και καθόλου.
Σημασία έχει αυτό που σου έλεγα πριν, η μετατόπιση αυτού του υλικού σε
μια άλλη σκηνή, στη σκηνή της λογοτεχνίας. Μοιάζει ίσως να είναι μια
ελάχιστη χειρονομία αλλά πίστεψε με είναι αποκαλυπτικών διαστάσεων.
Πότε κατάλαβες ότι αυτά τα γράμματα ήθελαν τη λογοτεχνική τους μεταγραφή όπως λες;
Από
την πρώτη ματιά που τους έριξα, έδειχναν ότι ήθελαν να πάνε αλλού. Μου
αποκάλυψαν έναν άλλον ορίζοντα, πέρα απ’ αυτόν που εσώκλειαν, έναν
μυστικό κόσμο. Δεν μ’ ενδιέφεραν και πολύ τα ανεκδοτολογικά τους
στοιχεία, όσο η μυθολογική σκέψη που τα υπαγόρευε.
Ποια ήταν αυτή;
Η
μυθολογία του έρωτα, ο αδύνατος άλλος. Είναι αποκαλυπτικά πάνω σ’ αυτό.
Όπως και σε άλλα, που εμένα όμως δεν με πολύ ενδιέφεραν, όπως σου είπα.
Γι αυτό και οι κειμενικές μου παρεμβάσεις σ’ αυτές τις επιστολές είναι
ας πούμε ψυχαναλυτικής φύσεως, αν και δεν είναι ακριβώς έτσι.
Υπάρχουν όμως μόνο τα γράμματα της Ντόρας. Γιατί αυτό;
Γιατί
μόνο αυτά τα γράμματα έφθασαν στα χέρια μου αλλά και για έναν ακόμη
λόγο, ίσως πιο σημαντικό, η ερωτική αλληλογραφία δεν έχει παραλήπτη
ακόμη και όταν ο ταχυδρόμος τον βρίσκει.:-)
Είναι η οπτική που αλλάζει το αρχικό σου υλικό σε τέχνη;
Είναι
η στάση σου απέναντι σ’ αυτό, η απόφαση της εκτροπής του. Στην
προκειμένη περίπτωση βέβαια επειδή είχα να κάνω με μια ερωτική
αλληλογραφία δεν χρειάστηκε να το εκτρέψω και πολύ εγώ, το πράγμα φώναζε
από μόνο του που ήθελε να πάει: στον τόπο των αδύνατων εξομολογήσεων.
Μια προνομιούχα περιοχή για τη λογοτεχνία.
Πως ήρθαν αυτά τα γράμματα στα χέρια σου;
Δεν θα σου πω…:-)
Ο Kittler λέει κάπου ότι η λογοτεχνία είναι μια κατασκοπεία με άλλα
μέσα, οπότε δεν μπορώ να δώσω περισσότερες πληροφορίες πέρα απ’ αυτές
που δίνει το ίδιο το βιβλίο.
Αναζητώ το ιστορικό των αλλαγών που έχει υποστεί το αρχικό σου υλικό στη μετάλλαξη του από ιστορικό σε λογοτεχνικό κείμενο.
Εγώ
πάντως δεν είμαι ιστορικός. Παρ’ όλα αυτά μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει
εκεί μέσα έναν ολόκληρο κόσμο, τα ασφυκτικά πλαίσια μιας μικρής
επαρχιακής πόλης της δεκαετίας του 50. Ένα απόλυτα εχθρικό, απωθητικό
περιβάλλον, όπου η Ντόρα όμως το αντιμάχεται γενναία.
Η ιστορία, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, λαμβάνει χώρα στην Άμφισσα του 50. Ναι;
Κάπως έτσι.
Άρα πρωταγωνιστεί και η πόλη στο βιβλίο σου. Πόσο έχει αλλάξει από τότε η Άμφισσα;
Η
πόλη δεν πρωταγωνιστεί, ούτε καν η Ντόρα, που διαβάζουμε τα γράμματα
της, πρωταγωνιστεί όμως ο Φώτης, ο απών παραλήπτης αυτών των επιστολών, ο
αδύνατος Άλλος, που λέει ο Lacan, Αυτό το ερωτικό αδιέξοδο είναι που
έχει σημασία σ’ αυτό το μυθιστόρημα και τίποτε άλλο. Το αδύνατο, που
είναι και το Πραγματικό ίχνος της κάθε σχέσης. Κατά τ’ άλλα η Άμφισσα
δεν νομίζω ότι έχει αλλάξει και πολύ από τότε, μοιάζει να είναι ακίνητη
μέσα στον χρόνο, μπορεί και ανίκητη.
Σ’ ευχαριστώ πολύ Αποστόλη γι αυτές τις σκέψεις και εύχομαι καλή επιτυχία στο βιβλίο σου.
Σ’ ευχαριστώ πολύ κι εγώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου