Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

Η επικαιρότητα του Μπρεχτ (και στις μέρες μας): “Γιατί να τρώω ψωμί πανάκριβο;” ….

“… Ό, τι κι αν κάνετε/ ποτέ αρκετό δε θα ‘ναι.
Η κατάστασή σας είναι άσκημη/ κι ακόμα πιο άσκημη θα γίνει.
Δεν πάει άλλο έτσι πια./ Αλλά διέξοδος ποια είναι;…
Μάθε λοιπόν: είτε εσύ φταις, είτε όχι
αν δεν μπορείς άλλο να συνεχίσεις ν’ αγωνίζεσαι,
θ’ αφανιστείς…”  (Μπ. Μπρεχτ)
Στις μέρες μας, σε συνθήκες βαθιάς κρίσης του καπιταλισμού,...
παρατηρείται η (επαν)επικαιροποίηση του Μπέρτολντ Μπρεχτ. Η αναβίωση του Μπρεχτ, το ανέβασμα των θεατρικών του έργων δηλαδή, παρατηρείται κυρίως στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, έγραφε τις προάλλες στην La Stampa ο Ιταλός συγγραφέας και κριτικός Λουίτζι Φόρτε, σε μικρά και μεγάλα θέατρα της Ιταλίας, της Ισπανίας, και σε μικρότερο βαθμό και της Ελλάδας, χώρες που χτυπιούνται περισσότερο από την οικονομική κρίση, όπου πλήθη λαού, κυρίως νέοι χωρίς ελπίδα και μέλλον, κατά εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλώνουν στις πλατείες  διεκδικώντας αυτό που τους έχουν στερήσει.
Ο μεγάλος δραματουργός θα τους είχε υποδεχτεί με ενθουσιασμό ως συνειδητούς και δραστήριους θεατές των διδακτικών θεατρικών έργων που είχε γράψει στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και που περιέγραφαν όχι μονάχα τη μεγάλη οικονομική κρίση εκείνης της εποχής αλλά και την κρίση μιας ολόκληρης κοινωνίας. Το μεγάλο θέμα που διαπερνά ολόκληρο το έργο του Μπρεχτ είναι ο καπιταλισμός, η ανάλυσή του στη βάση της μαρξικής ιδεολογίας και η αποκάλυψη (επί σκηνής) της αθλιότητας την οποία γεννάει.
-«Γιατί να τρώω ψωμί πανάκριβο;»…
Το 1926 είναι η χρονιά που συντελείται η αποφασιστική στροφή στη σκέψη και στη ζωή του Μπρεχτ, καθώς αρχίζει η πορεία προσέγγισής του στο μαρξισμό. Η μαζική εξαθλίωση που προκάλεσε η παγκόσμια οικονομική κρίση του ’20 και η νέα ορμητική ανάπτυξη του εργατικού κινήματος στη Γερμανία ωθούν τον Μπρεχτ, όπως κι άλλους Γερμανούς διανοούμενους και καλλιτέχνες, στην αναζήτηση σημείων επαφής με την εργατική τάξη.
Είναι γνωστή η αφορμή της πρώτης του επαφής με το μαρξισμό. Όπως εξηγεί κι ο ίδιος σε ποίημά του, στη διαδικασία συλλογής υλικών να γράψει το θεατρικό έργο «Τζόε Φλαϊσχάκερ από το Σικάγο», με σκοπό να απαντήσει στο ερώτημα «γιατί να τρώω ψωμί πανάκριβο;» ανακάλυψε αυτό που ονόμασε «επαγγελματικό ατύχημά» του: Δεν είχε γνώσεις πολιτικής οικονομίας. Κι όχι μόνον αυτό. Ανακάλυψε επιπλέον ότι δεν μπορούσε να καταλάβει, έτσι όπως τον εξηγούσαν οι διάφορες θεωρίες της αστικής πολιτικής οικονομίας, το μηχανισμό του χρηματιστηρίου σταριού στο Σικάγο, που έπαιζε κεντρικό ρόλο στο έργο του. Αναζητώντας κάποια λογική ερμηνεία, έφτασε μέχρι το Κεφάλαιο του Μαρξ.
Το γεγονός και τα αποτελέσματά του, που σφράγισαν από κει και πέρα το έργο και τη ζωή του Μπρεχτ, περιγράφει σε κείμενο του 1934 ο φίλος του ποιητής, Γιοχάνες Ρ. Μπέχερ: «Ο Μπρεχτ στράφηκε στο Μαρξισμό, όταν άρχισε η μεγάλη οικονομική κρίση. Τα μεροκάματα μειώνονταν. Το ψωμί γίνονταν πιο ακριβό. Ο Μπρεχτ αποφάσισε να γράψει ένα έργο με ήρωα το σιτάρι. Οι εξηγήσεις των οικονομολόγων ήταν κάλπικες κι άχρηστες. Το σιτάρι έφερε τον Μπρεχτ στον Μαρξ, κι από τον Μαρξ στον Λένιν. Το θεατρικό έργο δε γράφτηκε ποτέ. Μα δημιουργήθηκε ένας καινούριος Μπρεχτ, ένας Μπρεχτ που εγκατάλειψε το «δεν ανήκω πουθενά» κι εντάχτηκε στις γραμμές των κομμουνιστών εργατών της τέχνης».
Ο ίδιος ο Μπρεχτ σημειώνει με παιχνιδιάρικη διάθεση: «Σαν διάβασα το Κεφάλαιο του Μαρξ, κατάλαβα τα θεατρικά μου έργα»….
Το θεατρικό έργο για το χρηματιστήριο σταριού στο Σικάγο δεν το έγραψε ποτέ, αλλά έγραψε το παρακάτω ποίημα:
«Καθώς πριν από χρόνια»
“Καθώς πριν από χρόνια μελετούσα τα γεγονότα τα σχετικά
με το χρηματιστήριο του σταριού στο Σικάγο
ξαφνικά κατάλαβα τον τρόπο που αυτοί από κει διευθύνουν
τα γεννήματα όλου του κόσμου
και συγχρόνως να τον καταλάβω δεν κατάφερα και το βιβλίο έκλεισα.
Ήξερα όμως πως σε μια κακή υπόθεση σε σπρώχνουν.
Κανένα συναίσθημα οργής δεν με κατέλαβε, ούτε με φόβισε η αδικία
μονάχα η σκέψη με πλημμύρισε:
μ’ αυτά που κάνουνε δεν πάει άλλο!
Αυτοί απ’ ό, τι είδα, ζούσανε απ’ τη ζημιά
που προκαλούσαν, αντί απ’ το όφελος.
Μια τέτοια κατάσταση, απ’ ό, τι κατάλαβα
μοναχά με το έγκλημα γινόταν να διατηρηθεί
μιας και πολύ άσχημη ήταν για τους περισσότερους.
Μ’ αυτό τον τρόπο πρέπει και κάθε
του λογικού κατάχτηση, εφεύρεση ή ανακάλυψη
μονάχα σε ακόμα πιο μεγάλη φτώχεια να οδηγάει.
Τέτοια κι όμοια σκεφτόμουν εκείνη τη στιγμή
μακριά από οργή ή λύπη, καθώς έκλεινα το βιβλίο
με την περιγραφή της αγοράς σταριού
και του χρηματιστηρίου του Σικάγου…”.

-Επιπλέον στο ποίημα “Αυτή η βαβυλωνιακή σύγχυση των λέξεων” γράφει ο Μπρεχτ:
“… Πρόσφατα ήθελα για σας/ με πονηριά να διηγηθώ
την ιστορία ενός κερδοσκόπου του σταριού στην πόλη του Σικάγου.
Στη μέση της διήγησης/ μ’ άφησε ξαφνικά η φωνή μου
γιατί είχα καταλάβει απότομα: τι κόπο
θα μου κόστιζε να διηγηθώ αυτή την ιστορία
σε κείνους που ακόμα δεν είναι γεννημένοι
που όμως θα γεννηθούν και σε ολότελα
αλλιώτικους καιρούς θα ζήσουν
και ο τυχεροί! Δε θα μπορούν καθόλου πια
να καταλάβουν τι πράμα είναι ο κερδοσκόπους με το στάρι
αυτό το είδος που στο πλάι  μας ζει…”
……..
Σ’ αυτό λάθεψε ο Μπρεχτ…. Οι αγέννητοι στην εποχή του, μα γεννημένοι σήμερα, στους οποίους ήθελε να απευθυνθεί, σίγουρα με μεγάλη προσοχή θα τον άκουγαν, “στη μέση της διήγησης δε θα κοβόταν η φωνή του”, γιατί πολύ καλά καταλαβαίνουν και στις μέρες μας τι πάει να πει κερδοσκόπος, ανεργία και φτώχεια.

-Μπέρτολντ Μπρεχτ, Ποιήματα, εκδ. Σ. Ε.
-Πρόσωπα/ ιδέες- Λογοτεχνία/ Μπρεχτ, εκδ. Πλέθρον

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου