Από την Συμπαράταξη Βοιωτών για το περιβάλλον.
Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο του Τέλη Τύμπα, αναφέρεται στην ιστορία των Ανεμογεννητριών και στην υποκατάσταση του αρχικού οικιακού- αγροτικού μοντέλου που κυριάρχησε μαζικά μέχρι το μεσοπόλεμο στην Αμερική από βιομηχανικά αιολικά πάρκα και ανεμογεννήτριες κολοσσιαίων διαστάσεων.
Η ύβρις της ανεμογεννήτριας 25/01/2009
Tου Τέλη ΤΥΜΠΑ
Από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα μέχρι και το μεσοπόλεμο, στο πλαίσιο δηλαδή μιας ιστορίας που δεν προηγείται της εκβιομηχάνισης αλλά συνυπάρχει με αυτή, η χρήση μηχανικών διατάξεων αιολικής ενέργειας αυξήθηκε σε κάποια περιβάλλοντα εντυπωσιακά. Στην περίπτωση των ΗΠΑ, της χώρας που την εποχή αυτή προετοιμαζόταν για να ηγεμονεύσει τεχνολογικά σε όλο τον κόσμο, ο αριθμός των διατάξεων αυτών ξεπέρασε τα πέντε εκατομμύρια. Η άντληση νερού για να ποτίζονται τα γελάδια στις μεσοδυτικές πολιτείες χρωμάτισε στις ΗΠΑ την ιστορία ... της χρήσης μηχανικών αιολικών διατάξεων. Κάποιες άλλες χρήσεις αιολικών διατάξεων συνδυάστηκαν αμεσότατα με τη βιομηχανική τεχνολογία, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τις μηχανικές αιολικές διατάξεις για την ανύψωση νερού σε δεξαμενές τοποθετημένες δίπλα στη γραμμή του σιδηροδρόμου. Η ιστορία των χρήσεων αυτών ανατρέπει τη δημοφιλή θεώρηση των αιολικών διατάξεων ως αποκλειστικά προβιομηχανικών, παραδοσιακών και προκαπιταλιστικών. Η αιολική ενέργεια έχει ένα σημαντικό παρελθόν και στο εσωτερικό του ιστορικού καπιταλισμού, η ιστορία της δεν εξαντλείται στην ιστοριογραφία των προβιομηχανικών-παραδοσιακών τεχνικών.
Για τις ανάγκες πάντως της διαμόρφωσης τεχνολογικής πολιτικής στη σημερινή συγκυρία, την πιο άμεσα χρήσιμη ιστορία της αιολικής ενέργειας την παρέχει ένα κεφάλαιο διαφορετικό από την ιστορία της αιολικής ενέργειας του μεσοπολέμου. Για να μείνουμε στην παραδειγματική περίπτωση των ΗΠΑ, πιο εντυπωσιακό και από τα πέντε εκατομμύρια των μηχανικών αιολικών διατάξεων είναι κατά τη γνώμη μου το μισό εκατομμύριο ηλεκτρο-μηχανικών αιολικών διατάξεων (ανεμογεννήτριες) που χρησιμοποιήθηκαν στο μεσοπόλεμο σε αγροκτήματα των ΗΠΑ, για να φωτίσει η λάμπα αλλά και για να παίξει το ραδιόφωνο.
Το μηχανικό μέρος της αιολικής διάταξης, από τη φτερωτή (συλλογή ενέργειας) μέχρι τον κυβερνήτη (ρύθμιση της διάταξης), προσαρμόσθηκε στην περίπτωση αυτή στην ηλεκτρική χρήση, ενώ αναπτύχθηκε κατάλληλα και το ηλεκτρικό μέρος, με την ανάπτυξη ειδικών ηλεκτρικών συσσωρευτών (μπαταρίες). Στα επιδέξια χέρια κάποιων αγροτόπαιδων, η φτερωτή αντικαταστάθηκε από τη νέα (τότε) τεχνολογία της έλικας. Ένα τέτοιο αγροτόπαιδο, ο Marcelus Jacobs, ίδρυσε μια εταιρεία που κατασκεύασε και πούλησε χιλιάδες τέτοιες μεσοπολεμικές ανεμογεννήτριες. Ο στρατός εγκατέστησε και μετά ξέχασε μία από αυτές σε πολικά περιβάλλοντα. Χρόνια μετά, την βρήκαν να λειτουργεί χωρίς πρόβλημα. Το ίδιο και μία που εγκαταστάθηκε στην Αφρική.
Η ιστορία της χρήσης αξιοσημείωτα βιώσιμων τεχνικά ανεμογεννητριών έχει επομένως ένα βαθύτερο παρελθόν απ' ότι συνήθως υποτίθεται. Το παρελθόν αυτό δεν ξεκινάει με την ενεργειακή κρίση της δεκαετίας του 1970 και δεν σχετίζεται με τις απόπειρες να κατασκευασθούν γιγαντιαίες ανεμογεννήτριες για να τροφοδοτήσουν ένα μακρύ δίκτυο μεταφοράς. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι το παρελθόν των ανεμογεννητριών τύπου Jacobs αντιπαρατίθεται στο μέλλον αυτού που ονομάζεται αιολικά πάρκα (συστοιχίες ανεμογεννητριών). Οι βιώσιμες ανεμογεννήτριες του μεσοπολέμου ήταν αυτόνομες μονάδες. Δεν χρειάζονταν δίκτυο μεταφοράς και υψηλή τάση. Ο ατομικός ιδιοκτήτης τους (και όχι κάποιος μισθωτός εργαζόμενος από την εργασία του οποίου παράγονταν υπεραξία) ήταν και ο χρήστης τους (στην Ευρώπη υπήρχαν και περιπτώσεις κοινοτικής χρήσης). Ήταν αυτός που τις συντηρούσε, με ελάχιστο κόστος. Το αρχικό τους κόστος δεν ήταν ακριβώς ευκαταφρόνητο (κατά μέσο όρο κόστιζαν όσο και ένα μέσο αυτοκίνητο), αλλά ακόμη κι αυτό δεν εμπόδισε να στηθεί μισό εκατομμύριο από αυτές, και μάλιστα κυρίως από αγρότες με περιορισμένους πόρους. Χωρίς φυσικά να παρέχονται επιδοτήσεις, όπως αυτές που δίνονται στο κεφάλαιο που υποστηρίζει τα αιολικά πάρκα.
Αντίθετα, η γενναία επιδότηση του κευνσιανού-ρουσβελτιανού κράτους του ύστερου μεσοπολέμου στον ηλεκτρισμό της μακράς μεταφοράς ενέργειας, τον ηλεκτρισμό της μεγάλης κλίμακας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, επιδίωξε και κατάφερε τελικά να τις ξεριζώσει, υποχρεώνοντας τους αγρότες να υπαχθούν στο ηλεκτρικό δίκτυο, ενσωματώνοντάς τους (όχι χωρίς αντίσταση) ακόμη περισσότερο στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής ενέργειας. Η ιστορία του εξηλεκτρισμού, όπως έχει παγιωθεί μετά την έκδοση του διάσημου Networks of Power του Thomas Hughes (το 1983), υποθέτει μια ορθολογική-εξελικτική πορεία προς την τεχνικά υπέρτερη (υποτίθεται) τεχνολογία των μακρών δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Στην αφήγηση αυτή δε θα μπορούσε να χωρέσει η ιστορία του μισού εκατομμυρίου των μεσοπολεμικών ανεμογεννητριών, καθώς αυτές εκπροσωπούσαν το ακριβώς αντίθετο, την πλήρη απεξάρτηση από κάθε δίκτυο μεταφοράς ενέργειας
Μ' άλλα λόγια, η ιστορία των χρήσεων ανεμογεννητριών σαν και του Jacobs αντιπαρατίθεται στις δημοφιλείς εξελικτικές υποθέσεις για την ιστορία της τεχνολογίας. Η ιστορία του καπιταλισμού σημαδεύεται και στην περίπτωση της ιστορίας της ενεργειακής τεχνολογίας από τον ανταγωνισμό τεχνολογικών εκδοχών, οι οποίες ευνοούσαν διαφορετικούς (και πολύ συχνά αντιπαραθετικούς) προσανατολισμούς ως προς την οργάνωση του κοινωνικού. Ότι επικράτησε τεχνικά και κοινωνικά δεν ήταν υποχρεωτικά το καλύτερο. Κάθε συγκριτική αποτίμηση τεχνικών θα πρέπει να λάβει υπόψη την αποφασιστική παρέμβαση του κράτους υπέρ μιας συγκεκριμένης εκδοχής εξηλεκτρισμού (τις τεράστιες μεσοπολεμικές μονάδες παραγωγής, με βάση την προβληματικότατη, όπως αποδείχθηκε, περιβαλλοντικά επιλογή των τεράστιων φραγμάτων) έναντι μιας άλλης (μικρές αυτόνομες ανεμογεννήτριες).
Η ιστοριογραφία της αιολικής ενέργειας αγνοεί την ιστορία των μεσοπολεμικών ανεμογεννητριών, καθώς περιορίζεται σε παραδοσιακές αιολικές διατάξεις ή σε κάποια εντυπωσιακά (αλλά παταγωδώς αποτυχημένα) μεταπολεμικά πειράματα για κολοσσιαίες ανεμογεννήτριες. Σημειώνω, με την ευκαιρία, ότι η Δανία, μια χώρα που συντήρησε καθ' όλη τη διάρκεια του εικοστού αιώνα μια παράδοση ανεμογεννητριών κλίμακας ενός σπιτιού ή μιας μικρής κοινότητας, βρέθηκε τελικά πιο προετοιμασμένη από τις ΗΠΑ, από τη χώρα δηλαδή που ηγήθηκε μεταπολεμικά σε πειράματα με τεράστιες ανεμογεννήτριες. Ως αποτέλεσμα, η αγορά ανεμογεννητριών του 1980 και του 1990, ακόμη και στην Καλιφόρνια, πλημμύρισε από δανέζικες ανεμογεννήτριες.
Τo Networks of Power του Hughes βρίσκεται στη βιβλιοθήκη κάθε ιστορικού της τεχνολογίας. Αντίθετα, για να καταφέρει κάποιος να διαβάσει κάτι στοιχειωδώς ενημερωτικό για την ιστορία των ανεμογεννητριών του μεσοπολέμου θα ταλαιπωρηθεί αρκετά. Πολύ χαρακτηριστικά, το πιο γνωστό βιβλίο για την ιστορία της αιολικής ενέργειας, αυτό του Richard Hills (Power from the Wind, εκδόθηκε το 1994), αναφέρει κάποια ελάχιστα και καθόλου διαφωτιστικά για το θέμα, σε μισή σελίδα. Μόνο στο (συγκριτικά άγνωστο) Wind Energy in America του Robert Righter (εκδόθηκε το 1996), ενός ειδικού στην τοπική και περιβαλλοντική ιστορία, υπάρχει ένα ολόκληρο σχετικό κεφάλαιο, από την ανάγνωση του οποίου μπορεί να κατανοηθεί επαρκώς το εύρος της χρήσης των μεσοπολεμικών ανεμογεννητριών. Για τη δανική ιστορία της συνέχειας στον επιτυχή πειραματισμό σε μικρότερη συγκριτικά κλίμακα, όπως αυτή αντιπαραβάλλεται στα μεταπολεμικά αποτυχημένα πειράματα με τεράστιες ανεμογεννήτριες, υπάρχει ευτυχώς το βιβλίο Die Geschichte der Windenergienutzung 1890-1990 του καλού ευρωπαίου συναδέλφου Matthias Heymann (εκδόθηκε το 1995). Για να εξηγήσει τι πήγαινε στραβά με τα πειράματα αυτά, για να ερμηνεύσει δηλαδή γιατί οι τεράστιες πειραματικές ανεμογεννήτριες τσακίζονταν με πάταγο, ο Heymann αναφέρεται σε αυτές ως παράδειγμα «ύβρεως» έναντι της κλίμακας της φύσης.
Η ανάγνωση των κειμένων των Righter και Heymann αναδεικνύει νομίζω μια χρησιμότατη παρατήρηση. Την διατυπώνω σε λεξιλόγιο οικείο στις αναγνώστριες και τους αναγνώστες της Αυγής. Aυτό που προκύπτει ως κρίσιμη κατά τη γνώμη μου διαφορά, καθοριστική για τον ορισμό μιας αιολικής διάταξης ως ανανεώσιμης, έχει να κάνει με την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής της αιολικής αυτής διάταξης. Με κριτήριο την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής ενέργειας, τα σημερινά αιολικά πάρκα ανεμογεννητριών και οι μεσοπολεμικές ανεμογεννήτριες εκπροσωπούν κάτι το διαφορετικό, αν όχι το ακριβώς αντίθετο. Αυτή η διαφορά αποτυπώνεται στην ανάγκη για μακρύ δίκτυο μεταφοράς υψηλής τάσης στην περίπτωση του αιολικού πάρκου. Τεχνικά, αποτυπώνεται και ως η διαφορά μεταξύ του συνεχούς ρεύματος χαμηλής τάσης του κυκλώματος των αυτόνομων μεσοπολεμικών ανεμογεννητριών και του εναλλασόμενου ρεύματος υψηλής τάσης του δικτύου μεταφοράς των αιολικών πάρκων. Λίγα μέτρα κυκλώματος το πρώτο, χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων το δεύτερο: αυτό σημαίνει κολώνες και ξεχέρσωμα, καρκινογόνα ακτινοβολία και αρκετά επιπλέον προβλήματα στη δεύτερη περίπτωση.
Από αυτή τη διαφορά πρέπει να ξεκινήσουμε για να καταλάβουμε γιατί η αισθητική της μεσοπολεμικής ανεμογεννήτριας πρόσθετε και ήταν καλοδεχούμενη (ήταν χαρά και τιμή να ποζάρεις με φόντο μια αυτόνομη ανεμογεννήτρια) ενώ κανείς δε θέλει στην περιοχή του τα αιολικά πάρκα (αρκετοί όμως αγοράζουν αντίκες μεσοπολεμικές ανεμογεννήτριες για τη διακόσμηση της αυλής τους). Τα αιολικά πάρκα, όπως κάθε βιομηχανική εγκατάσταση, μολύνουν αισθητικά αλλά και ηχητικά. Ο ρυθμικός ήχος της μεσοπολεμικής ανεμογεννήτριας δεν έχει σχέση με το θόρυβο που προκαλεί η συγκέντρωση ανεμογεννητριών σε πάρκα, δηλαδή η συγκέντρωση σε βιομηχανική διάταξη. Τα αιολικά πάρκα διώχνουν (όταν δεν σκοτώνουν τα πουλιά). Οι αυτόνομες μεσοπολεμικές ανεμογεννήτριες ήταν ευχάριστα πολύχρωμες και πολυποίκιλες. Τα αιολικά πάρκα και οι μακρές γραμμές μεταφοράς έχουν μια καταθλιπτική ομοιομορφία, τυπική κάθε αλυσίδας μαζικής παραγωγής του ανεπτυγμένου καπιταλισμού.
Δεν μπορεί οι αριστερές και οι αριστεροί να είμαστε με τον ηλεκτρισμό γενικά. Ο ηλεκτρισμός της μεσοπολεμικής ανεμογεννήτριας συγκρατούσε ανθρώπους στην επαρχία. Ο ηλεκτρισμός των υπερδικτύων μεταφοράς ενέργειας ενίσχυσε αντίθετα τελικά την απερημοποίηση του χωριού, την υπερδιόγκωση της πόλης. Η υπόσχεση του νεοεκλεγέντος Πρόεδρου των ΗΠΑ για προσανατολισμό στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ήταν κομβικό μέρος του προεκλογικού του προγράμματος. Απομένει να αποδειχθεί αν θα είναι, όπως γράφεται, ένας νέος Ρούσβελτ ή κάτι κάπως πιο κοντά σε αυτό που τόσο πολύ χρειάζεται η παγκόσμια κοινωνία και το περιβάλλον.
Δεν μπορεί ως αριστεροί και οικολόγοι να είμαστε γενικά και αόριστα με την αιολική ενέργεια, επειδή δεν πρέπει να είμαστε ούτε με τα αιολικά πάρκα (αλλά ούτε και με την τεράστια ανεμογεννήτρια, την ανεμογεννήτρια-ύβρι). Η ανανεώσιμη αιολική ενέργεια είναι κάτι ειδικό και συγκεκριμένο (ελπίζω στη φιλοξενία της Αυγής για να επιχειρηματολογήσω σε μελλοντικά σημειώματα, με βάση τη διαθέσιμη ιστοριογραφία, ότι ισχύει το ίδιο και για την ηλιακή ενέργεια, την ενέργεια από τα κύματα, τα βιοκαύσιμα, το υδρογόνο, κ.τ.λ.).
Η διαφορά που προκύπτει από την ανάγνωση της ιστορίας του μισού εκατομμυρίου των μεσοπολεμικών ανεμογεννητριών πρέπει κατά τη γνώμη μου να αποτελέσει την αφετηρία για έναν αριστερό-οικολογικό ορισμό της ανανεώσιμης ενέργειας, αλλά και για μια τεχνολογική πολιτική που θα τον υπηρετεί. Εξυπακούεται ότι η πολιτική αυτή δεν μπορεί παρά να συνδυάζεται με την προσπάθεια αντιστροφής της καρκινώδους ανάπτυξης της πόλης. Μια πόλη πέντε εκατομμυρίων όπως η Αθήνα, η οποία συγκεντρώνει το μισό του πληθυσμού μιας χώρας, είναι προφανώς συμβατή μόνο με πλήθος αιολικά πάρκα και ένα πυκνό και μακρύ ηλεκτρικό δίκτυο μεταφοράς ενέργειας που θα την ενώνει με αυτά, με πάρκα δηλαδή που θα ερημώνουν περισσότερο την υπόλοιπη Ελλάδα, από τη Σκύρο μέχρι τη Βοιωτία.
Έχουμε κάθε λόγο να είμαστε αντίθετες και αντίθετοι με τα βιομηχανικά αιολικά πάρκα και με τα απαραίτητα γι' αυτά δίκτυα μεταφοράς (κάποιων χιλιομέτρων αλλά και εθνικά), για τα οποία έχουν αρχίσει να γδέρνονται πανέμορφα βουνά σαν και τον βοιωτικό Ελικώνα. Από τη διαφορά ως προς την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, η οποία προκύπτει νομίζω φυσιολογικά ως κρίσιμη από την ανάγνωση της ιστοριογραφίας που ανέφερα, εξηγείται γιατί πρέπει να είμαστε στο πλευρό όσων αντιστέκονται, στη Βοιωτία και αλλού, στην υποθήκευση και του ανέμου στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής ενέργειας. Βρίσκω επομένως πολύ φυσιολογικό και ελκυστικό το ότι η προοπτική για την αιολική ενέργεια που ενδιαφέρει την μαχητικότατη αριστερή-οικολογική Συμπαράταξη των Βοιωτών για το Περιβάλλον δεν είναι η ίδια με αυτή που προωθεί το ενεργειακό κεφάλαιο (μέρος του οποίου ενισχύει και θεσμούς που είναι γενικά και αόριστα υπέρ των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας) και οι κρατικοί μηχανισμοί (Υπουργείο Ανάπτυξης, Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, κ.τλ.). Η (υπέρ του δημοσίου και κατά του ιδιωτικού) κρατική τεχνολογική πολιτική που ενδιαφέρει την αριστερά δεν μπορεί να είναι υπέρ ενός κράτους που υποστηρίζει τα αιολικά πάρκα, με οικονομικούς αλλά και κατασταλτικούς μηχανισμούς. Αλλά και δεν μπορεί να αναπαράγουν και τα δικά μας έντυπα την προβολή των αιολικών πάρκων, όπως κάνουν οι αστικοί ιδεολογικοί μηχανισμοί, οι οποίο έχουν μάλιστα ήδη αρχίσει την επιχείρηση γελοιοποίησης των αγώνων όσων κινητοποιούνται ενάντια σε αυτά (βλέπε χλευαστικά πρόσφατα άρθρα σε ελληνικές εφημερίδες που ηγεμονεύουν από άποψη κυκλοφορίας).
Μια άλλη αιολική ενέργεια είναι (τεχνικά-οικονομικά, πολιτικά και ιδεολογικά) εφικτή - το αποδεικνύει η ιστορία του μισού εκατομμυρίου των αυτόνομων μεσοπολεμικών ανεμογεννητριών.
Ο Τέλης Τύμπας διδάσκει Ιστορία της Τεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου