Από την Ιστοσελίδα Routes.gr
Τάκης Αδαμακόπουλος (Περιοδικό ΑΝΑΒΑΣΗ, 1987)
Χάρτης 1
Χάρτης 2
I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Όπως πολλοί ορειβάτες γνωρίζουν καλά, η Γκιώνα είναι το ψηλότερο βουνό της νότιας Ελλάδας, με μέγιστο υψόμετρο 2510μ και μια εκτεταμένη κορυφογραμμή στα 2400μ. Από τους χάρτες μπορούμε να πάρουμε μια σαφή ιδέα για τη θέση, την έκταση και τη δασοκάλυψη του βουνού αυτού, που μαζί με τον Παρνασσό και τα Βαρδούσια σχηματίζει τον πυρήνα του ορεινού ιστού της Ρούμελης.
Παρόλο που τα περισσότερα νότια βουνά μας έχουν ελάχιστα μελετηθεί -ή ίσως ακριβώς γι αυτό- πολλοί έχουν μια αόριστη εντύπωση πως δεν κρύβουν κάποια αξιόλογη φύση κι έτσι κανείς δεν είχε ενδιαφερθεί, μέχρι πρόσφατα, για τις συνέπειες των ανθρώπινων επεμβάσεων πάνω σ' αυτά.
Η Γκιώνα μπορεί να θεωρηθεί σαν το πιο λεηλατημένο μεγάλο βουνό της Ελλάδας, καθώς τα εργοτάξια εξόρυξης απλώνονται σ' όλο της το μέγεθος και συνεχώς ... επεκτείνονται. Παρόλη τη σοβαρότητα των προβλημάτων που θέτουν τα μεταλλεία και παρόλη τη σχετική πληροφόρηση που δόθηκε με την ευκαιρία της αλουμίνας1, η αλουμίνα και ο βωξίτης έμειναν ασύνδετα στη σκέψη των περισσότερων. Και ενώ πολλοί συγκινήθηκαν για την αισθητική των Δελφών, λίγοι κατάλαβαν ότι η ένταση της εξορυκτικής δραστηριότητας, -διπλασιασμός της ζητούμενης πρώτης ύλης αν γίνει το νέο εργοστάσιο αλουμίνας- θα επισπεύσει το τέλος, από αισθητική και οικολογική άποψη, ενός μεγάλου και σημαντικού ορεινού οικοσυστήματος. Στην ουσία όλα τα επιχειρήματα που έχουν διατυπωθεί υπέρ ή εναντίον του νέου εργοστάσιου ήταν ανθρωποκεντρικά, δηλαδή ξορκίζουμε το χρήμα με το χρήμα. Σ' αυτό το επίπεδο είναι αναπόφευκτο να υπερισχύσει τελικά η λογική του μέγιστου οικονομικού συμφέροντος, ιδιαίτερα όταν το συγκεκριμένο έργο αποτελεί πολιτικό ελιγμό της κυβέρνησης που επιστρατεύει όλα τα δυνατά μέσα για να το υποστηρίξει («σοβαρές» δηλώσεις ότι το εργοστάσιο δε φαίνεται από τους Δελφούς, κινητοποίηση επιχειρηματολόγων, μέχρι και χλευαστικό σχόλιο του Ν. Σ. Μάργαρη2 απ' όπου πληροφορούμεθα ότι οι Δελφοί δεν κινδυνεύουν από τις καμινάδες στον ορίζοντα αλλά από τα κατσίκια).
Ας έρθουμε όμως στα περιβαλλοντικά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί στην Γκιώνα από την εξόρυξη του βωξίτη κι ας αρχίσουμε με το εκτεταμένο οδικό δίκτυο που έχει αλλοιώσει την αισθητική του βουνού και επιτρέπει την εύκολη και ανεξέλεγκτη πρόσβαση σε λαθροθήρες, παράνομους υλοτόμους κλπ. Οι δρόμοι αυτοί, συχνά περιττοί, αλλά σταθερά εξαπλούμενοι, συνδέουν μεταξύ τους τα δεκάδες εργοτάξια και τα μικρά ή μεγάλα μεταλλεία τους. Η ίδια η εκσκαφή των δρόμων έχει ερημώσει περιορισμένης έκτασης απότομα φυσικά πρανή, όπου φώλιαζαν αγριoπερίστερα και άλλα ζώα των βράχων. Οπωσδήποτε, η κύρια καταστροφή οφείλεται στην κυρίως εξορυκτική δραστηριότητα. Σ' όλη την έκταση του βουνού, αλλά κυρίως στη βόρεια και ανατολική όψη του, το μάτι σκοντάφτει σε μια ατέλειωτη ποικιλία από εν ενεργεία, εγκαταλειμμένα και υπό κατασκευή πεδία εξόρυξης, καθώς και πεδία γεωτρήσεων, τεράστιους χώρους απόθεσης στείρων και αρκετές θέσεις στοκ. Σ' όλες τις περιπτώσεις αυτές το φυσικό δάσος έχει εξαφανιστεί μαζί με ότι ζούσε γύρω ή μέσα σ' αυτό και τα νταμάρια που πήραν τη θέση του έχουν τραυματίσει οριστικά τη συνέχεια του δάσους και τη λειτουργία της φύσης. Βέβαια, κάπου στους νόμους που ρυθμίζουν τα περί εξόρυξης, γίνεται λόγος για υποχρεωτική αποκατάσταση του τοπίου στις πρώην δασοσκεπείς εκτάσεις (για την αλπική ζώνη ούτε κουβέντα). Είναι φανερό ό,τι το άρθρο αυτό είναι διακοσμητικής φύσης: Είναι ίσως περιττό να εξηγήσουμε πως τα βραχώδη πρανή των εγκαταλειμμένων λατομείων δε θα μπορέσουν ποτέ να ξαναγίνουν αυτό που ήσαν, όποια μέτρα κι αν ληφθούν. Γιατί οι περισσότεροι ξέρουμε ότι στα ασβεστολιθικά εδάφη (Γκιώνα και το μεγαλύτερο ποσοστό των ελληνικών βουνών), η βλάστηση (έλατα εδώ) αποζεί από το λεπτό εδαφικό στρώμα πάχους 20-70εκ, αλλά στηρίζεται και παίρνει υγρασία από τον κατατετμημένο φλοιό του ασβεστόλιθου. Σ' όλες τις περιπτώσεις των εξαντλημένων μεταλλείων, τόσο το έδαφος όσο και ο καρστικοποιημένος ασβεστόλιθος έχουν απομακρυνθεί για να εξορυχτεί ο βωξίτης. Τα τοπία, λοιπόν αυτά, θα παραμείνουν νεκρά και γυμνά, παντοτινοί μάρτυρες μιας ληστρικής επιδρομής.
Το ίδιο πρόβλημα συναντάμε και στους χώρους απόθεσης των στείρων, όπου το δάσος θάβεται κάτω από τεράστιες ποσότητες αδρανών υλικών. Και στα πρανή των αδρανών δε φυτρώνουν παρά φρύγανα που καθόλου δε θυμίζουν το προϋπάρχον ελατόδασος. Μια υποτυπώδης αποκατάσταση έχει αρχίσει σε μερικά τέτοια πρανή και συγκεκριμένα σ' αυτά που βρίσκονται γύρω από τον οδικό άξονα Γραβιάς - Άμφισσας (51o χλμ). Η μέθοδος εργασίας και το αποτέλεσμα μας δίνουν το μέτρο για τις προθέσεις των υπεύθυνων. Γιατί, ναι μεν έχουν ειπωθεί διάφορα αισιόδοξα, πλην αόριστα, για θεαματικά αποτελέσματα με τη χρήση υψηλής τεχνολογίας, εμείς όμως δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε κάτι που ΘΑ συμβεί. Στις ήδη αναδασωμένες εκτάσεις φυτεύονται πουρνάρια και σπάρτα χαμηλά και ακακίες ψηλότερα. Η ακακία είναι ξενικό είδος, δημιουργεί βιότοπο άσχετο με τα έλατα -με τα οποία γειτνιάζει- και σαν φυλλοβόλο, προσφέρει μηδαμινή αισθητική και οικολογική κάλυψη στην περιοχή.
Απ' ό,τι παρατηρήσαμε πάντως, τα έλατα τείνουν να επαναποικίσουν ανάμεσα στις ακακίες. Κύριος ανασταλτικός παράγοντας στην επανεπέκταση του φυσικού δάσους είναι η βοσκή των γιδιών που ασκείται ανενόχλητα στις περιοχές αναδάσωσης.
Όλα τα πιο πάνω, ήσαν ίσως άγνωστα στους Αθηναϊκούς ή άλλους περιβαλλοντικούς κύκλους, ήσαν όμως πολύ γνώριμα στους κατοίκους των γύρω χωριών. Τίθεται λοιπόν το εύλογο ερώτημα: «Γιατί αυτοί οι άνθρωποι άφησαν να τους καταστρέψουν τα δάση, να τους κατασκάψουν τα λιβάδια, να διώξουν κοπάδια και καλλιέργειες, χωρίς να αντιδράσουν»; Η απάντηση είναι απλή και αποστομωτική: Οι ντόπιοι είδαν, μέσα από το πρίσμα κάποιων συγκεκριμένων αναγκών (φτώχεια, μετανάστευση) και μεθοδεύσεων (εμφύλιος, ανεργία, έλλειψη κάθε άλλης επένδυσης, απειλές, απολύσεις) ότι η λύση «Βωξίτες τάδε ΑΕ» (Δελφών ΑΕ, Ελευσίνος ΑΕ, Παρνασσού ΑΕ κλπ.) ήταν η μόνη. Σήμερα, 55 χρόνια μετά την πρώτη φτυαριά βωξίτη στην Γκιώνα, τα μεταλλεία, όπου δουλεύει η δεύτερη και η τρίτη γενιά εργατών, εξακολουθούν να είναι μόνη λύση για τους κάτοικους του νομού Φωκίδας.
II. Η ΦΥΣΗ ΣΤΗΝ ΓΚΙΩΝΑ
Ύστερα απ' την παραπάνω σκιαγράφηση του προβλήματος, μπορεί να σκεφτεί κανείς ότι η Γκιώνα έχει πια ξοφλήσει (άποψη που υποστηρίζουν έντονα πολλοί ντόπιοι παράγοντες) και ότι δεν έχουμε παρά να ξεπουλήσουμε και το τομάρι.
Όμως, ακόμα και στις περιοχές που έχουν κυριολεκτικά σαρωθεί από δρόμους και νταμάρια (ανατολική και βόρεια πλευρά) η φύση δεν έχει νεκρωθεί τελείως. Κρυμμένη μέσα σε μικρούς πυρήνες (χαράδρες, ρεματιές, ορθοπλαγιές) η άγρια ζωή έχει περιοριστεί σημαντικά αλλά δεν έχει εξαφανιστεί. Και τον αριθμό και τους πληθυσμούς των ειδών συμπληρώνουν τα ζωντανά ακόμα δάση της ΒΔ και ΝΑ πλευράς και τα εκτεταμένα λιβάδια της αλπικής και υποαλπικής ζώνης. Και σίγουρα, η άγρια ζωή θα ήταν πυκνότερη και σ' αυτά τα μέρη αν το κυνήγι (διευκολυνόμενο από τους δρόμους των μεταλλείων) δεν τα είχε αδειάσει από τους άγριους κατοίκους τους.
Το σημαντικότερο όμως κομμάτι της Γκιώνας παραμένει άθικτο, καλά κρυμμένο στο κέντρο του βουνού. Αν ρίξουμε μια ματιά στο χάρτη 2, θα δούμε ότι ολόκληρη η εξορυκτική πίεση ασκείται ΜΕΧΡΙ ΤΩΡΑ έξω από το κυριότερο καταφύγιο της άγριας ζωής, τον άξονα Ρεκά-Βαθιά Λάκκα-Λαζόρεμα. Η μορφολογία του πυρήνα αυτού (πολλές ορθοπλαγιές), η μικρή οικονομική αξία του (δάση σε μεγάλες κλίσεις) και η γεωλογία του (καμία αποκάλυψη βωξίτη μέχρι στιγμής), τον απάλλαξαν από δρόμους και νταμάρια.
Ας καταπιαστούμε με την αξιολόγηση αυτού του πυρήνα τώρα και ας αρχίσουμε με την αισθητική του. Όσοι δεν έχουν περπατήσει τη Ρεκά, ας φανταστούν ένα μακρύ φαράγγι, αρκετά φωτεινό παρόλους τους τείχους που το ορίζουν και που ζητάει κάπου έξι-εφτά ώρες για να το ανέβεις. Ή αλλιώς, δέκα χιλιόμετρα άγριου σιωπηλού ταξιδιού κάτω απ' τις σκιές των αετών, δρασκελίζοντας φαντάσματα δέντρων και ιδρώνοντας στον πιο απίθανο δρόμο που έχτισαν ποτέ άνθρωποι. Γιατί μέσα στη Ρεκά ξεφτίζει χρόνο με το χρόνο ένας προπολεμικός λιθόχτιστος δρόμος που τον ανεβοκατέβαιναν φορτηγά(!) κουβαλώντας ξύλα από τον οικισμό ξυλοκόπων που άκμαζε στην κορφή της χαράδρας.
Το Λαζόρεμα την άνοιξη είναι ένα από τα πιο όμορφα και επιβλητικά τοπία της νότιας Ελλάδας. Μια ορθοπλαγιά ύψους χιλίων μέτρων καθηλώνει στη σκιά της, τη φιλική κοιλάδα του Λάζου. Κοιτώντας την κοιλάδα, τα νερά και τις στάνες, σκέφτεσαι ότι άνθρωποι και φύση θα μπορούσαν να ζουν αιώνια αδερφωμένα σε μια τέτοια ομορφιά.
Η Βαθιά Λάκκα είναι το μπαλκόνι του Λάζου ή το ανάκλιντρο της Πυραμίδας, ανάλογα προς τα πού κοιτάς. Το πανέμορφο οροπέδιο το Μάη μοιάζει με ανθόκηπο που δεν του λείπει ούτε η λίμνη. Οι παλιές καραβάνες της Γκιώνας όμως ξέρουν ότι στη Βαθιά Λάκκα στήνεται εδώ και εκατό καλοκαίρια η στρούγγα των Σιοτροπαίων και δίχως αυτούς το τοπίο μοιάζει μισό.
Αν η ομορφιά ενός τόπου είναι εύγλωττη και αρκεί μια επίσκεψη για να σε σαγηνεύσει, δεν συμβαίνει το ίδιο με την εκτίμηση της οικολογικής αξίας του. Ιδιαίτερα όταν -όπως προαναφέρθηκε- η Γκιώνα δεν έχει μελετηθεί συστηματικά όσον αφορά στην πανίδα και τη χλωρίδα της. Έτσι, η παρακάτω καταγραφή ζώων και φυτών του πυρήνα είναι εξαιρετικά χοντρική και αναφέρεται σε είδη που είδαμε οι ίδιοι (Τ. Αδαμακόπουλος, Β. Χατζηρβασάνης, Π. Ματσούκα) και που η παρουσία τους δίνει ιδιαίτερη αξία στην περιοχή, εγείροντας ταυτόχρονα απαιτήσεις προστασίας.
Κατ' αρχήν όλη η περιοχή Ρεκά-Βαθιά Λάκκα-Λαζόρεμα είναι ο τυπικός βιότοπος του Αγριόγιδου (Rupicapra rupicapra) αυτού του πανέμορφου και σπάνιου θηλαστικού που στην Γκιώνα έχει βρει το κυριότερο καταφύγιό του στη Νότια Ελλάδα. Κανείς δεν ξέρει πόσα ακριβώς επιζούν ακόμα (η Διεύθυνση Θήρας του Υπ. Γεωργίας λέει 101, αλλά είναι σίγουρα λιγότερα γιατί όπως πληροφορηθήκαμε, πέρσι το χειμώνα γιος κτηνοτρόφου στο Λαζόρεμα σκότωσε 33 με πολεμικό όπλο). Το υπέροχο αυτό ζώο υποτίθεται ότι προστατεύεται από το 1935, όμως στην πράξη οι πληθυσμοί του μειώνονται και αυτή τη στιγμή σ' όλη τη Νότια Ελλάδα (νότια από τη Θεσσαλία) μετράμε (με επιφύλαξη) 20-30 στην Οίτη, 8-10 στα Βαρδούσια και όσα απόμειναν στην Γκιώνα. Στα δάση της Ρεκάς συναντάμε πολλά γέρικα και μισοσάπια έλατα που δίνουν τροφή και κατοικία στους αρκετούς δρυοκολάπτες: Μαύρος και Πράσινος, Βαλκανοτσικλιτάρα και ίσως και άλλα είδη. Από νυχτοπούλια ακούμε το Χουχουριστή και φωτογραφίσαμε Νανόμπουφο που φωλιάζει στα 1750μ. Γεράκια: Δεντρογέρακας, Βραχοκιρκίνεζο. Στη Βαθιά Λάκκα συναντήσαμε την Οχιά Αμμοδύτης, το πιο δηλητηριώδες φίδι της Ευρώπης. Βρήκαμε επίσης ότι στα βράχια του δυτικού άκρου του οροπέδιου φωλιάζουν Αγριοπερίστερα, Πετροχελίδονα, Λευκοχελίδονα και Βουνοσταχτάρες. Και στα μέρη αυτά τριγυρνούν τα Αγριόγιδα, ιδιαίτερα μόλις φύγουν τα κοπάδια. Στου Λάζου βρίσκουμε -ή βρίσκαμε- Αγριόγιδα, Αγριογούρουνα, δύο -ή κανένα;- Ζαρκάδια και πότε πότε κάποιο Λύκο. Στις ορθοπλαγιές φωλιάζει ένα ζευγάρι χρυσαετών, (άλλο ένα στη Ρεκά και ένα τρίτο στη Βραΐλα ίσως) και λίγες Σβαρνίστρες. Το σημαντικότερο ίσως εύρημά μας στην Γκιώνα είναι η ύπαρξη ενός ζευγαριού Γυπαετών, (από τα 20 της Ελλάδας) που πλαισιώνονται από έναν εύλογο αριθμό Όρνιων. Η βλάστηση είναι κυρίως Κεφαλονίτικα έλατα και λίγα Σφεντάμια στη Ρεκά. Από λουλούδια αξίζει να αναφέρουμε τα ενδημικά της Ρούμελης Viola Poetica και Campanula Rupicola, την Campanula Versicolor, το σπάνιο Omphalodes Luciliae, την Κολομπίνα του Ολύμπου Aquilegia Amaliae και το Αλπικό αστέρι Aster Alpinus, όλα πανέμορφα και χαρακτηριστικά των αλπικών βράχων. Ακόμα και μ' αυτά τα λιγοστά στοιχεία μπορεί εύκολα κανείς να σχηματίσει μια ιδέα για την αξία του πυρήνα αυτού: εντυπωσιακό ανάγλυφο που δημιουργεί ποικιλία βιοτόπων, ένα σημαντικό κοπάδι αγριόγιδων, σπανιότατα και απειλούμενα αρπακτικά, αξιόλογα αγριολούλουδα.
Είναι λοιπόν, πέρα από κάθε αμφισβήτηση ότι ο πυρήνας αυτός αξίζει να προστατευτεί από τους κινδύνους που τον απειλούν σήμερα:
ΡΕΚΑ: Μπάζα από τα μεταλλεία-Λαθροκυνήγι
ΒΑΘΙΑ ΛΑΚΚΑ: Δρόμος μεταλλείων το 1987 και Επιφανειακή εξόρυξη
ΛΑΖΟΥ: Λαθροκυνήγι και από κάθε μελλοντική εισβολή των μεταλλείων
III. Η ΑΝΑΓΚΗ ΕΝΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ
Ύστερα απ' όσα εκθέσαμε πιο πάνω, γίνεται φανερό ότι αυτό που θεωρούμε ορεινή φύση σήμερα, δεν θα υπάρχει για πολύ καιρό ακόμα.
Βέβαια ζει και πληθύνεται γύρω μας το νέο είδος Έλληνα που, καθώς ανατρέφεται σε ολοένα και πιο τεχνητές συνθήκες και ζυμώνεται με ανθρωποκεντρικά προβλήματα, αδιαφορεί για ό,τι δεν κατανοεί, δεν βλέπει ή δεν μπορεί να ιδιοποιηθεί.
Αυτοί όμως που αγαπάνε αυτή τη γη κι αυτοί που αισθάνονται υπεύθυνοι για το πώς θα την αποδώσουν στις επόμενες γενιές, βλέπουν ήδη την αναγκαιότητα μιας ρύθμισης στις σχέσεις των ανθρώπων με το φυσικό περιβάλλον.
Ερευνώντας τις αρχές ενός τέτοιου προγραμματισμού στον ορεινό χώρο της νότιας Ελλάδας, βλέπουμε πως η κατάσταση διαγράφεται, λίαν αισιόδοξα, χαοτική:
Κανένας Εθνικός Δρυμός ή προστατευόμενη περιοχή σ' ολόκληρη την Πελοπόννησο
Λαθροκυνήγι στο Δρυμό της Οίτης
Φόλες στο Δρυμό του Παρνασσού
Δρόμοι παντού σ' όλα τα βουνά
ΣΚΟΤΩΣΤΕ ΤΑ ΟΛΑ ΝΑ ΤΑ ΦΑΜΕ
Πρέπει λοιπόν κάτι να γίνει και μάλιστα γρήγορα. Εφαρμόζοντας τις βασικές αρχές ενός σχεδιασμού στην περίπτωση της Γκιώνας, έχουμε κατ' αρχή να αντιμετωπίσουμε το φλέγον θέμα των διάφορων μικρών και μεγάλων συμφερόντων. Η κυριότερη αντίδραση προέρχεται από την πεποίθηση που έχουν οι περισσότεροι Έλληνες πως «μόνο δουλεύοντας ανεξέλεγκτα βγαίνω κερδισμένος».
Έτσι είναι πολύ δύσκολο να θεσμοθετήσεις ένα λειτουργικό πλαίσιο (προστασίας για παράδειγμα) ακόμα κι αν αυτό δεν εμποδίζει σήμερα κανέναν, γιατί πιθανόν να τον εμποδίσει στο μέλλον. Πάντως στις παρακάτω προτάσεις, οι κύριες εκμεταλλεύσεις δεν εμποδίζονται καθόλου - στη σημερινή έκταση και μορφή τους.
Κεντρικό στοιχείο του προτεινόμενου σχεδιασμού είναι η ανακήρυξη του πυρήνα Ρεκά-Βαθιά Λάκκα-Λαζόρεμα σαν Φυσική Ρεζέρβα Γκιώνας. Ο θεσμός αυτός θα μπορούσε να λειτουργήσει σ' ένα πλαίσιο Εθνικών και Περιφερειακών Δρυμών, με ανάλογα καθεστώτα προστασίας. Το σύνολο των ρυθμίσεων συνοψίζεται στις παρακάτω θέσεις:
Ο πυρήνας Ρεκά-Βαθιά Λάκκα-Λαζόρεμα ανακηρύσσεται Φυσική Ρεζέρβα Γκιώνας. Απαγορεύεται το κυνήγι, η βοσκή γιδιών (αυτό ισχύει και τώρα, στα χαρτιά όμως), η διάνοιξη δρόμων και η εκτέλεση τεχνικών έργων των μεταλλείων. Τα κοιτάσματα της Βαθιάς Λάκκας μπορούν να εξορυχθούν με τούνελ από τις βόρειες πλαγιές του Μπότσικα όπου έχουν ήδη βρεθεί βαθιά στρώματα. Το καταφύγιο στη Λάκκα Καρβούνη επισκευάζεται και λειτουργεί και σαν βιολογικός σταθμός.
Τα μεταλλεία διατηρούν όλες τις περιοχές που έχουν κάνει αποκαλύψεις και μπορούν να επεκταθούν στην Ταράτσα (όπου τους αντιστέκονται οι κτηνοτρόφοι) και τα ανατολικά δάση (όπου το δασαρχείο κάνει πως αρνείται στην αρχή, αλλά μετά εγκρίνει την αποψίλωση).
Οι κτηνοτρόφοι διατηρούν το σύνολο της σημερινής έκτασής τους με εξαίρεση τα 100-150 γίδια του πυρήνα.
Κατασκευάζεται καταφύγιο στη Βαθιά Λάκκα για χρήση ορειβατών και μελετητών της φύσης.
Η εφαρμογή των παραπάνω αρχών κρίνω ότι επείγει γιατί ο κοινωνικοποιημένος Σκαλιστήρης άρχισε έργα οδοποιίας προς τη Βαθιά Λάκκα, όπου έχουν βρει βωξίτη σε μικρό βάθος και θα κάνουν επιφανειακή εξόρυξη. Ο καλοκαιρινός ήλιος του '87 λοιπόν θα δει το τέλος της Βαθιάς Λάκκας και μετά θα ακολουθήσουν η κορυφογραμμή, η Ρεκά και το Λαζόρεμα.
Μπαίνει λοιπόν το ερώτημα: τι μπορούμε να κάνουμε οι ορειβάτες, οι οικολόγοι και όσοι ενδιαφέρονται για την ελληνική φύση, μπροστά σ' αυτή την κατάσταση, κόντρα στο ΚΥΣΥΜ και με τα μέσα που έχουμε;
Ατομικά, ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί ότι η Γκιώνα και η ελληνική φύση γενικότερα, δεν κινδυνεύει τυχαία. Όλοι είμαστε συνυπεύθυνοι για την καταστροφή της - που θα γίνει και καταστροφή μας. Μπορούμε, σίγουρα, να προσαρμόσουμε τη ζωή μας σε ένα νέο τρόπο όπου θα καταναλώνουμε λιγότερες Γκιώνες. Κι αυτό ίσως είναι το σημαντικότερο.
Στο κοινωνικό όμως επίπεδο, είναι πια στιγμή να προβάλουμε αυτά τα θέματα όσο πλατύτερα γίνεται.
Μπορούμε:
Να διακινήσουμε την αφίσα
Να πάμε στην Γκιώνα
Να μιλήσουμε με τους ντόπιους
Να έρθουμε σ' επαφή με την ομάδα πρωτοβουλίας
Να οργανώσουμε μια εκδήλωση στο σύλλογο ή την πόλη μας
Να υπογράψουμε το ψήφισμα
Να δημοσιεύσουμε μια διαμαρτυρία
ΓΡΗΓΟΡΑ, ΟΙ ΜΠΟΥΛΝΤΟΖΕΣ ΔΕΝ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ. ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ '87 Η ΒΑΘΙΑ ΛΑΚΚΑ ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ.
Πρωτοβουλία για την Γκιώνα
ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι έχουμε από καιρό επέμβει βάναυσα και ανεπανόρθωτα στις φυσικές ισορροπίες των ορεινών οικοσυστημάτων μας.
ΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΣ ότι πρέπει να τεθεί κάποιο όριο στην καταστροφική «αξιοποίηση» του φυσικού πλούτου.
ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ πια ότι η σημασία του κοινωνικού κόστους κάθε φυσικής καταστροφής ξεπερνάει τα όρια του τοπικού ενδιαφέροντος και συμφέροντος.
ΕΜΕΙΣ, τα μέλη των πιο κάτω ομάδων και οργανώσεων ΖΗΤΑΜΕ από την Πολιτεία, τους τοπικούς φορείς και τις διοικήσεις των εταιρειών βωξίτη να κάνουν κάθε δυνατή ενέργεια ώστε:
Να μην προχωρήσουν στη διάνοιξη δρόμου, τις γεωτρήσεις και την εξόρυξη στη θέση Βαθιά Λάκκα
Να επανορθωθούν στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα κατεστραμμένα δάση της Γκιώνας
Να κλείσουν οι δρόμοι των μεταλλείων για τους λαθροθήρες
Να ενταθεί ο έλεγχος του λαθροκυνηγιού στις περιοχές της Ρεκάς και Λαζορέματος
Να εκπονηθεί επιτέλους μια διαχειριστική μελέτη για τον ορεινό όγκο της Γκιώνας που να παίρνει υπόψη του και την οικολογική αξία του βουνού και να προτείνει το μοντέλο εκείνο της εκμετάλλευσης που εγγυάται τη μακροπρόθεσμη συνύπαρξη ανθρώπου και φύσης
Περιοδικό Ανάβαση
Περιοδικό Νέα Οικολογία
Εναλλακτική Κίνηση Οικολόγων
Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
Ελληνικός Ορειβατικός Σύλλογος Αχαρνών
Δηλ. εδώ και μισό αιώνα κανένας δεν είχε την τόλμη να προτείνει άλλου είδους ανάπτυξη για τον τόπο μας.Ούτε άλλες λύσεις να πιστέψουμε ότι δεν υπήρξαν. Παρ΄όλα αυτά τη ψήφο τη ζητάμε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστούμε για το άρθρο σας και για την τόλμη να θίξετε το θέμα "ταμπού" της Φωκίδας...Το σχόλιο δεν μπορεί παρά να είναι ανώνυμο...
Η ύπαρξη αντιπρότασης προϋποθέτει και οργανωμένη παρέμβαση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜέχρι σήμερα τα "μεγάλα συμφέροντα" διατυπώνουν τις προτάσεις ανάπτυξης, ας μην περιμένουμε λοιπόν να λυπηθούν τους κατοίκους, ή το περιβάλλον.
Οι πολίτες που έχουν τον λόγο να διαμορφώνουν διαφορετικές προτάσεις, πρέπει να κάνουν ένα βήμα παραπάνω, να σπάσουν την απομόνωσή τους και την ανωνυμία τους και να θέσουν ζητήματα προστασίας του περιβάλλοντος, που είναι η προϋπόθεση οποιασδήποτε μορφής αειφόρου ανάπτυξης.
Εμείς σαν Ιteanet θα προβάλουμε οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια των κατοίκων της περιοχής.